Η αλήθεια στο κρασί
Εδώ, στην ευρύτερη γειτονιά μου, έχει ανοίξει προ μερικών μηνών μία υπεραγορά μεσαίου μεγέθους, ονόματι Μικρόπολις. Είναι μια ωραία υπεραγορά, καθαρή, όμορφα και λειτουργικά στημένη, εύκολη στην πρόσβαση, με αρκετές επιλογές για να κάνεις ένα ολοκληρωμένο ψώνισμα. Σε αυτήν, λοιπόν, την υπεραγορά της Δασούπολης, στη Λευκωσία, την οποία επισκέφθηκα για το καλό της κρεοπωλείο, υπάρχει και μία μικρή κάβα, που περιεργάστηκα ολίγον έως ότου ετοιμαστεί το κατσικάκι από τον κρεοπώλη. Γνωστά κρασιά τα πλείστα, που βρίσκει κανείς σε όλες τις καλές υπεραγορές της νήσου, ένα εξ αυτών από την Πάχνα, του Κτήματος Γιασκούρη, πάνε χρόνια και ζαμάνια να δοκιμάσω κρασιά του εν λόγω παραγωγού, τι να πρωτοπρολάβει πια κανείς. Μου προκάλεσε εντύπωση η ποικιλιακή του σύνθεση (Mataro και Αγιωργίτικο) μα και η λογική τιμή του, γύρω στα 6 ευρώ στο ράφι. Άπλωσα το χέρι και το πήρα. Παραδίπλα, είδα ένα κόκκινο από την Αργεντινή, γνωστό σε μένα, καθώς το έχω δοκιμάσει τρεις-τέσσερις φορές κατά το παρελθόν. Ένα Cabernet Sauvignon μεγάλης και επιτυχημένης οινοποιίας της Αργεντινής, σε τιμή προσφοράς γύρω στα 4,50 ευρώ. Πολύ καλή τιμή, συλλογίζομαι, τι να το κάνεις όμως! Γύρισα την πλάτη και επέστρεψα στο κρεοπωλείο.
Καθώς μπήκα στο αμάξι και πήρα τον δρόμο για την οικία μου, όλο και σκεφτόμουνα πως τότε που έκανα τα πρώτα μου βήματα στον τόσο θαυμαστό κόσμο του κρασιού, η πρώτη μου προτίμηση στρεφόταν πάντοτε σε κάτι ανάλογα κρασιά από τη Χιλή, την Αργεντινή ή την Αυστραλία. Αυτά προτιμούσα τότε, όντας δειλός και άγουρος στα του οίνου. Βεβαίως, ο λόγος που έδειχνα προτίμηση σε αυτά τα ξενικά δεν ήταν μόνο η δική μου οινική ανωριμότητα, μα και το αναντίλεκτο γεγονός πως πριν από 30 σχεδόν χρόνια τα καλά κυπριακά κόκκινα τα μετρούσαμε στα δάχτυλα του ενός χεριού, συνεπώς, μόνη ασφαλής λύση απέμενε η προμήθεια κάποιων σωστά οινοποιημένων, τυποποιημένων έστω κρασιών από τις χώρες που προανέφερα, και όχι μόνο.
Σήμερα, έχουν αλλάξει, ωστόσο, δύο πολύ σημαντικά πράγματα. Πρώτον, έχει ανέβει επίπεδο η κυπριακή οινοποίηση, καθώς έχουμε πια στη διάθεσή μας δεκάδες κρασιά τοπικής παραγωγής, τα οποία όχι μόνον είναι ικανά να μας βγάλουν ασπροπρόσωπους σε κάθε περίπτωση, αλλά, κι αυτό είναι το σπουδαιότερο όλων, να εκφράσουν, ανοίγοντάς τα, έναν αληθινό τοπικό χαρακτήρα, έστω κι αν είναι λίγο στυφότερα σε σχέση με τα ομογενοποιημένα χιλιανά, έστω κι αν δεν έχουν στρογγυλεμένες όλες τους τις γωνίες, έστω κι αν διαθέτουν και κάνα μικρότατο ελαττωματάκι, καθώς και αυτό ακόμη το μειονέκτημά τους συμβάλλει στο υπέρτατο για ένα κρασί, σε αυτό που καλούμε «προσωπικότητα». Δεύτερον, έχουμε όλοι ωριμάσει αμπελοοινικά, του γράφοντος μη εξαιρουμένου. Έχουμε πλέον καταλάβει ότι ένα τυποποιημένο Cabernet Sauvignon της Χιλής ή της Αργεντινής ή της Νοτίου Αφρικής, με το φρουτάκι του, τις λιωμένες τανινούλες του, με την αδιάφορη μαλακότητά του, μπορεί να μας ευχαριστήσει ολίγον πίνοντάς το, μα δεν μπορεί να μας χαρίσει μία μικρή έστω στιγμή συγκίνησης. Μία τόσο δα μικρή στιγμή συγκίνησης, εντοπιότητας, εν τέλει, αλήθειας.
01/07/2023
|