Όταν, χωρίς να πας, γνωρίζεις…
Μία καλή συνάδελφος μού σύστησε κάποια ταβέρνα στη Λευκωσία, την οποία έχει σε μεγάλη υπόληψη. «Σου είπα τόσες φορές να πας και δεν μ’ ακούς»! Ακούγοντας τη συζήτησή μας, έτερος συνάδελφος, μού είπε τα ακριβώς αντίθετα! «Μακριά, ούτε να το σκέφτεσαι, θόρυβος, συνωστισμός, βιασύνη, αγένεια…»! Λέω, τόση μεγάλη διάσταση απόψεων για μία ταβέρνα, πώς είναι δυνατόν; Κι, όμως, όπως η ζωή αποδεικνύει, είναι δυνατόν και παραείναι.
Παρά το ότι δεν το συνηθίζω, μπήκα στο διαδίκτυο να διαβάσω από περιέργεια κάποιες κριτικές πελατών, να δω μήπως βγάλω κάποια άκρη. Πράγματι, και στο διαδίκτυο μέσα είδα τις απόψεις να διίστανται. Άλλοι εκθείαζαν τον χώρο κι άλλοι τον απέρριπταν. Κάποια στιγμή διάβασα μία κριτική, η οποία ήταν μεν απορριπτική για το μαγαζί, σε καμία όμως περίπτωση δεν ενέπιπτε στα όρια του αγενούς ή του προκατειλημμένου, ήταν απλώς μία ξεκάθαρα αρνητική γνώμη, καθόλα όμως κόσμια, η οποία μιλούσε ακριβώς γι’ αυτά τα οποία ο δεύτερος συνάδελφος μού περιέγραψε, για τον συνωστισμό του μαγαζιού, τη βαβούρα, την ταχύτητα έλευσης των πιάτων στο τραπέζι, γενικά, για ένα ενοχλητικό στριμωξίδι.
Κάτω από την αρνητική αυτή κριτική υπήρχε η απάντηση του ιδιοκτήτη της ταβέρνας, την οποία αντιγράφω αυτολεξεί, με όλες τις γλωσσικές της αδυναμίες και με όλα τα ορθογραφικά και υφολογικά της λάθη: «Σας ευχαριστούμε για την κριτική σας να σας απαντήσουμε τώρα και εμείς με την σειρά μας. Πρώτον στο ότι υπάρχει πολύς θόρυβος θα έπρεπε να ξέρατε οτι έρχεστε σε ένα μικρό μαγαζί και σίγουρα θα υπάρχει λίγος περισσότερος θόρυβος που δεν συμφωνώ γιατί ο κόσμος τώρα το καλοκαίρι είναι περισσότερος έξω, δεύτερων αποκτήσαμε φήμη γιατί έχουμε πολύ καλό φαγητό και σεβόμαστε πάντα τον πελάτη απο την πρώτη στιγμή που ανοίξαμε. Τώρα αν σας φέραμε γρήγορα το φαγητό που σίγουρα δεν έγινε θα μπορούσατε να μας ζητήσετε να το φέρνουμε πιο αργά πράγμα που δεν έγινε. Σίγουρα δεν μπορούμε να ικανοποιήσουμε το 100% του κόσμου πάντα θα υπάρχουν και η ανικανοποίητη πελάτες😅 σας ευχαριστούμε και ελπίζουμε να μην ξανά έρθετε σε εμάς».
Όταν ο ιδιοκτήτης του χώρου απευθύνεται στους μη ικανοποιημένους πελάτες, αποκαλώντας τους «η ανικανοποίητη πελάτες», κοτσάροντας δίπλα και μία φατσούλα που κλαίει, είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς πώς είναι δυνατόν να περάσει καλά στο συγκεκριμένο εστιατόριο. Από την άλλη, είναι εύκολο να καταλάβει την εν γένει στάση του ιδιοκτήτη απέναντι στους ανθρώπους που επισκέπτονται το μαγαζί του, οπότε ουδεμία ανάγκη επίσκεψης υπάρχει προκειμένου να εξαχθούν ασφαλή συμπεράσματα. Όταν δε ο ιδιοκτήτης φθάνει στο έσχατο σημείο ευτέλειας να γράφει «σας ευχαριστούμε και ελπίζουμε να μην ξανά έρθετε σε εμάς», γίνεται αντιληπτή τόσο η έπαρση του ανδρός όσο και το ευρύτερο επίπεδο ευγένειας, πολιτισμού κι επαγγελματισμού που τον διακρίνει. Αυτή η στομφώδης και εξευτελιστική για το ανθρώπινο είδος έπαρση, αυτή η βεβαιότητα του ότι είμαστε τέλειοι και για όλα φταίνε οι ιδιότροποι πελάτες και γενικά αυτό το επίπεδο εκφοράς λόγου, και μάλιστα γραπτού, ένα και μόνο πιστοποιούν, ότι η όποια επίσκεψη σε τέτοιες επιχειρήσεις δεν είναι παρά χάσιμο χρημάτων και χρόνου.
18/01/2025
|