Η Ταβέρνα των Φίλων και των οινοφίλων
Στον Κολωνό; Ναι, στον Κολωνό, τι είναι, δηλαδή, ο Κολωνός, καλύτερο είναι το Κολωνάκι; Το ξανάγραψα, άλλωστε. Το περίφημο Κολωνάκι, όπου συνωστίζονται κάθε λογής ξιπασμένοι και κάθε υποστάθμης πολιτικάντηδες, πήρε το όνομά του από ένα μικρό κολωνάκι, που είχε τοποθετήσει ο Δήμος Αθηναίων, για να γνωρίζουν οι βοσκοί της περιοχής μέχρι πού δικαιούνταν να κατεβαίνουν τα πρόβατά τους, βλέπετε, η προηγούμενη ονομασία του εκλεκτού σήμερα Κολωνακίου ήταν «Κατσικάδικα».
Στον Κολωνό, λοιπόν, για να αφήσουμε πίσω μας τις κακίες περί Κολωνακίου, έμαθα ότι άνοιξε μία μικρή ταβέρνα, η Ταβέρνα των Φίλων, ωραίο όνομα, ομολογουμένως, και ελληνικό. Είναι μικρή, είναι απλή, είναι χωμένη μέσα στο παλιό καβούκι της παλιάς ομώνυμης ταβέρνας, που λειτουργούσε στον ίδιο χώρο επί δεκαετίες και παρέμενε για χρόνια κλειστή. Την πήραν δύο παιδιά, ο ένας μάγειρας, ο άλλος σομελιέ, οινοχόος ελληνιστί, και χωρίς πολλά φρου φρου και αρώματα και χωρίς διάθεση ξιπασιάς και γκλαμουριάς, την έστησαν απλά. Πήραν μερικά ξύλινα τραπέζια, κλασικές ψάθινες καρέκλες, έριξαν επάνω στις τράπεζες απλά λευκά τραπεζομάντιλα, βίδωσαν πέντε-έξι ωραία φωτιστικά, κάθισαν μερικές πήλινες γλάστρες επί του παρακείμενου τοιχίου, που ορίζει τον εξωτερικό χώρο του μαγαζιού, έφεραν κοντά και δυο-τρεις εύθυμες και εξυπηρετικές σερβιτόρες κι ένα άλλο παιδί αψηλό και χαρωπό να βοηθάει κι αυτός στο σέρβις, φόρμαραν ένα μενού λιτό, ολιγάριθμο σε πιάτα, περιεκτικό, συνέταξαν και μία λίστα κρασιών, για την οποία θα μιλήσω στη συνέχεια, και ρίχθηκαν στη μάχη της εστίασης.
Ας έλθουμε, όμως, στο διά ταύτα. Τα πιάτα και το εν γένει επίπεδο της κουζίνας. Παρήγγειλα καμιά δεκαριά επιλογές από το μαζεμένο, όπως αρμόζει σε κάθε χώρο ποιοτικής εστίασης, μενού. Το προζυμένιο ψωμί ήταν πλούσιο και συνάμα αφράτο, εξαιρετικό δείγμα άρτου. Ο ταραμάς ήταν κι αυτός εξαίρετος και τελείωσε προτού καλά-καλά καθίσει στο τραπέζι. Η αγγουροντομάτα με τις ξεφλουδισμένες ντομάτες ικανοποιητική, χάθηκε λίγο μέσα στο περίσσιο ζουμί της. Τα βλήτα με τα κολοκυθάκια έξοχα, οι μελιτζάνες καλές, τα γεμιστά μάλλον μέτρια, καθώς το ρύζι ήταν πιο βρασμένο και υγρό απ’ ότι θα το προτιμούσα, οι πατάτες οι κυδωνάτες πολύ καλές (εδώ ένα μπράβο που δεν σερβίρουν τηγανητές), τα κοτσομουράκια έφεραν τη θάλασσα στο τραπέζι μας, τραγανά, ολόφρεσκα, σαρκώδη. Το μοσχαράκι καλό, αλλά υπερβολικά αλατισμένο, το γεμιστό μπιφτέκι ικανοποιητικό, χωρίς να ενθουσιάζει. Έδωσα εν τάχει την εικόνα μιας κουζίνας που βρίσκεται στον σωστό δρόμο, η οποία, ενώ σε γενικές γραμμές ικανοποιεί, αφήνει κάποιες μικρές αστοχίες να την έλκουν πέρα από το όριο της εξαιρετικότητας. Υπάρχει, κατά τη γνώμη μου, δουλειά να γίνει ακόμη, αλλά, κι αυτό είναι το σημαντικότερο, η Ταβέρνα των Φίλων είναι ένα μαγαζί στο οποίο θέλω να επιστρέψω, περισσότερες από μία φορές, γιατί πιστεύω ότι έχει πράγματα να μας δείξει, καθώς οι άνθρωποι που τη διαχειρίζονται δείχνουν να ξέρουν τι τους γίνεται, πράγμα σπάνιο για τα ελλαδικά δεδομένα.
Εκείνο που ιδιαιτέρως με εντυπωσίασε είναι η περιεκτική λίστα κρασιών του χώρου. Για ταβέρνα οι επιλογές είναι ικανοποιητικότατες ως προς τον αριθμό, εντυπωσιακές ως προς την ποιότητα και την αυθεντικότητα και σπάνιες ως προς τις τιμές χρέωσης. Καμιά τριανταριά, πάνω-κάτω, ετικέτες από τον ελλαδικό αμπελώνα, όπου αποκλείεται να μην βρει κανείς κάτι που θα του ταιριάζει και που θα τον γοητεύει, σε τιμές πολύ προσιτές. Εμείς πήραμε μία Κυδωνίτσα του Θεοδωρακάκου (12 ευρώ λιανική) στα 22 ευρώ, ενώ το Κτήμα Φουντή, που ήθελα να ανοίξω στη συνέχεια, αλλά οι ομοτράπεζοί μου δεν ακολούθησαν λόγω κόπωσης (20 ευρώ λιανική) κοστολογείτο στα 32 ευρώ στη λίστα, ποσό καθόλα λογικό.
Κοντολογίς, η Ταβέρνα των Φίλων στον Κολωνό ήταν ένα από τα δύο-τρία καλύτερα και πιο ενδιαφέροντα σημεία, στα οποία δείπνησα στην Αθήνα ετούτο το καλοκαίρι. Και δείπνησα σε πολλά, άλλα με τίτλους, περγαμηνές και αστέρια κι άλλα τελείως άσημα και συνοικιακά. Αξίζει στα παιδιά ένα μπράβο. Θα επιστρέψω…
28/08/2024
|