Από την Προβηγκία έρχομαι και πάω κατά Τοσκάνη…
Είναι Δευτέρα μεσημέρι και παιδεύομαι με ένα καινούργιο ηλεκτρικό πιάνο εν Αθήναις. Δεν συναρμολογείται το άτιμο! Έχει πάει δείλι κι ακόμα παιδεύομαι. Μετά από τέσσερις-πέντε ώρες και κάμποση κούραση, τα καταφέρνω. Κάνω ένα μπανάκι και κατάκοπος κάθομαι στον καναπέ. Η τηλεόραση ανοιχτή, κατά τύχη, λες και το ’χει η μοίρα μου, πέφτω επάνω στην εκπομπή του Δημήτρη Χατζηνικολάου, ο οποίος κάνει μία καταπληκτική σειρά με θέμα τα ελλαδικά οινοποιεία. Ωραία γυρίσματα, όμορφη μουσική, ζεστά πλάνα γεμάτα αμπέλι, κρασί, βαρέλια, γευστικές δοκιμές. Αν κατάλαβα σωστά, τον πετυχαίνω τη στιγμή που μιλάει με τον υιό της οικογένειας, συνεχιστή της αμπελοοινικής παράδοσης του Κτήματος Καριπίδη, στα Βούναινα Θεσσαλίας, κοντά στη Λάρισα στην κεντρική Ελλάδα.
Εκείνη, λοιπόν, τη στιγμή δοκιμάζουν οι δυο τους το ροζέ της οινοποιητικής μονάδας, ονόματι Pink Pull. Και μιλάει ο άνθρωπος του οινοποιείου και λέει ότι το κρασί αυτό είναι καμωμένο από μια γηγενή ποικιλία (Sangiovese) της κεντρικής Ιταλίας, συγκεκριμένα της Τοσκάνης, και οινοποιημένο με τα πρότυπα της γαλλικής περιοχής της Προβηγκίας, δηλαδή, με τρόπο που να αποκτά ένα απαλό, πολύ άτονο ροζέ χρώμα και κάποια ήπια αρώματα και τα λοιπά…
Και ερωτώ: τι είναι αυτό; Άποψη; Στρατηγική; Προσήλωση στο τοπικό και το ιδιαίτερο; Μάρκετινγκ; Τι είναι αυτό το οινικό συνονθύλευμα, όπου ένα ελλαδικής παραγωγής ροζέ λαμβάνει εγγλέζικο όνομα, έχει ιταλικό «αίμα» και φιλοσοφία γαλλική; Πώς ερμηνεύεται όλο αυτό και ποίον σεβασμό προσδοκεί να κερδίσει; Συγχωρέστε μου την επισήμανση και λυπάμαι και πολύ που το διατυπώνω, όλο αυτό είναι, κατά την κρίση μου, μία γελοιότης! Όλη αυτή η σπουδή των Ελλήνων, Ελλαδιτών και Κυπρίων, παραγωγών να φτιάξουν κρασί τύπου Προβηγκίας είναι μία ακόμη απόδειξη ότι δεν πατάμε στα πόδια μας, ότι οι επιλογές μας δεν εκκινούν από μία στέρεα αιτιολογική βάση, ότι, εν ολίγοις, παραπαίουμε.
Τι σημαίνει αιτιολογική βάση, θα μου πείτε. Εξηγούμαι. Είμαστε στην Ελλάδα, όπου το κλίμα είναι μεσογειακό και η κουζίνα το ίδιο. Η κουζίνα μας δεν είναι προβηγκιανή, ούτε ιαπωνική, ούτε περουβιανή, αλλά είναι αυτή που ξέρετε, όσοι την ξέρετε, τέλος πάντων. Με όλη αυτή την γκάμα των λαχταριστών φρούτων του θέρους, με όλον αυτόν τον πλούτο των χόρτων και των λαχανικών, με τα καλύτερα ψάρια της οικουμένης, με αυτά και τόσα άλλα. Αυτές λοιπόν οι γεύσεις, οι ελληνικές, δεν ταιριάζουν, βρε αδελφέ, με αυτά τα ξεψυχισμένα και άτονα ροζέ τύπου Προβηγκίας. Αυτές οι γεύσεις, με τις οποίες μεγαλώσαμε όλοι και οι οποίες είναι βαθιά χαραγμένες στη συλλογική μας μνήμη, θέλουν πιο εύρωστα ροζέ, με πιο τονισμένα μεσογειακά χρώματα, πιο ζωηρά και πυκνά αρώματα και πιο πλούσια και γεμάτη γεύση. Έχουμε τις δικές μας ποικιλίες, δεν υπάρχει χρεία να τις ονοματίσω, που μπορούν να δώσουν όχι απλώς εξαιρετικά ροζέ, αλλά ροζέ με σπάνια ιδιοσυγκρασία, ρόδινους οίνους ράτσας, που στο πέρασμά τους τα προβηγκιανά θα φαντάζουν αμελητέα, αδύναμοι κομπάρσοι ενός ρόδινου οινικά μα ουδόλως ρόδινου πολιτικά, οικονομικά και κοινωνικά κόσμου.
27/06/2022
|