Σαν πας στη Σαντορίνη
Εκθειάσαμε προ επταημέρου τη Σαντορίνη και τα θαυμαστά κρασιά της, που παράγονται από την τοπική ποικιλία Ασύρτικο. Είναι βέβαιο ότι πολλοί φίλοι αναγνώστες θα απορήσουν με τα γραφόμενά μου, καθώς το σαντορινιό δεν είναι κρασί που το αγαπάει κανείς εύκολα. Δεν είναι, βλέπετε, το σούπερ-φρουτώδες λευκό, που αναδίδει αρώματα εσπεριδοειδών, ροδάκινων, μήλων ή γλυκών εξωτικών φρούτων. Ούτε είναι το κρασί με την τιθασευμένη οξύτητα, που το κάνει αγαπητό και ευκολόπιοτο για το καθένα. Οι Σαντορίνες, οι καλές Σαντορίνες, έχουν τσαγανό, νεύρο, σπίθα και μια σπάνια σχέση με τη γη που τις γεννάει, μια και είναι ιδιαίτερα μεταλλικές και ορυκτώδεις. Τα αρώματά τους είναι περισσότερο χαρακτηριστικά και ιδιαίτερα παρά φρουτώδη και ευκολοκατανόητα. Η οξύτητά τους είναι υψηλή και ατσάλινη, συνοδεύεται όμως από μια εξίσου πληθωρική και εξισορροπητική του γευστικού συνόλου αλκοόλη. Κοντολογίς, τη Σαντορίνη είτε τη λατρεύεις είτε τη μισείς, σπάνια ισχύει μια ενδιάμεση κατάσταση.
Ας δούμε, όμως, ποιες Σαντορίνες αξίζει κανείς να δοκιμάσει, προτού καταλήξει στην απόφασή του για το εάν του αρέσουν ως κρασιά ή όχι. Δύο είναι οι κορυφαίοι οινοποιοί του νησιού, κατά την άποψή μου: ο Πάρις Σιγάλας και το Κτήμα Αργυρού. Ο πρώτος, πρώην καθηγητής μαθηματικών, βρέθηκε στον χώρο του σαντορινιού κρασιού από μεράκι, όταν το 1991 ίδρυσε την οινοποιία που σήμερα είναι γνωστή ως Κτήμα Σιγάλα. Η πορεία του οραματιστή οινοποιού την τελευταία εικοσαετία είναι πραγματικά αξιοθαύμαστη, καθώς έχει καταφέρει να περιληφθεί στους κορυφαίους οινοποιούς του πλανήτη, από περιοδικά και οινογράφους παγκόσμιας εμβέλειας. Η Σαντορίνη δεξαμενής που παράγει είναι συχνά η κορυφαία μου επιλογή από το σύνολο των λευκών που παράγονται στο νησί. Πρόκειται για ένα λευκό που αποκαλύπτει την αυθεντικότητα της Σαντορίνης, ατόφια και απείραχτη από δρύες, βανίλιες και καβουρντίσματα. Οι δυνατότητες παλαίωσης αυτού του κρασιού συνήθως με εντυπωσιάζουν, καθώς μία δεκαετία εξέλιξης την έχει στο τσεπάκι. Δεν απορρίπτω την «ομόσταβλη» Σαντορίνη που ζυμώνεται και ωριμάζει σε δρύινα κρασοβάρελα, απλώς δεν την περιλαμβάνω στις πρώτες προτιμήσεις μου. Εν τω μεταξύ, ας μου επιτρέψει ο φίλος παραγωγός να διαφωνώ με την αναγραφή της ποικιλίας στην εμπρόσθια ετικέτα της φιάλης των κρασιών του.
Ο Γιάννης Αργυρός έφυγε από τη ζωή πρόωρα, αφήνοντας συνεχιστή τον γιο του Ματθαίο, που σπούδασε Οινολογία για να είναι σε θέση να ανεβάσει ακόμη ψηλότερα την οικογενειακή επιχείρηση, που ιδρύθηκε από τον προπάππο του το 1903. Το Κτήμα Αργυρού είναι ένας από τους μεγαλύτερους ιδιοκτήτες αμπελώνων στο νησί, μερικοί από τους οποίους βρίσκονται στα καλύτερα σημεία για το Ασύρτικο. Η «απλή» Σαντορίνη του οινοποιού είναι εξαίρετη και το Κτήμα Αργυρού Βαρέλι η κορυφαία «δρύινη» Σαντορίνη, με τεράστιες δυνατότητες εξέλιξης στη φιάλη. Το Vinsanto δε που παράγει δεν είναι μόνο το παλαιότερο, αλλά μακράν το καλύτερο (και ακριβότερο) και σίγουρα ένα από τα κορυφαία γλυκά κρασιά που οινοποιούνται ανά την υφήλιο.
Από κοντά ακολουθεί ο τρίτος της παρέας, ο Χαρίδημος Χατζηδάκης, ιδιοκτήτης του ομώνυμου κτήματος. Ο Χατζηδάκης είναι γεμάτος εκπλήξεις, αφού υπάρχουν χρονιές που φτιάχνει την καλύτερη Σαντορίνη, την πιο «άγρια» και αυθεντική. Αυτό, όμως, που κατά την άποψή μου του λείπει είναι η σταθερότητα από εσοδεία σε εσοδεία, ένας τομέας στον οποίο βελτιώνεται σταδιακά.
Ο συνεταιρισμός Santo Wines, το οινοποιείο του οποίου βρίσκεται στο πιο ζηλευτό σημείο του νησιού, έχει εσχάτως κάνει μεγάλα βήματα προόδου, αφού όλα ανεξαιρέτως τα κρασιά του έχουν βελτιωθεί σημαντικά. Φαίνεται πως στα χρόνια που έπονται θα καταστεί ένας από τους μεγάλους πρωταγωνιστές όχι μόνο της Σαντορίνης αλλά και ολόκληρης της χώρας.
Μια αναφορά στους καλύτερους παραγωγούς της Σαντορίνης δεν θα μπορούσε να είναι πλήρης, χωρίς την ανάδειξη ενός ακόμη παραγωγού, του Κτήματος Γαία, που παράγει τον εξαιρετικό συχνά Θαλασσίτη, σε δύο εκδοχές, δεξαμενής και ζύμωσης σε βαρέλι. Η διαφωνία μου με την πρόταξη της μάρκας Θαλασσίτης αντί του τοπωνυμίου Σαντορίνη είναι διαχρονική και πάγια και είναι κάτι στο οποίο πάντοτε θα αναφέρομαι, καθώς το θεωρώ υψίστης σημασίας.
Βεβαίως, δεν θα μπορούσε κανείς να διαγράψει τη μεγάλη συμβολή της ιστορικής οινοποιίας Μπουτάρη στην ανάδειξη των λευκών κρασιών της Σαντορίνης, καθώς από το 1989 διατηρεί ιδιόκτητο οινοποιείο στο νησί, το οποίο επισκέπτονται κάθε χρόνο χιλιάδες τουρίστες. Η Καλλίστη είναι η καλύτερη και η δεκτικότερη παλαίωσης ετικέτα που παράγει το οινοποιείο. Και η πιο απλή όμως εκδοχή, η Σαντορίνη δεξαμενής, εκφράζει με επιτυχία αυτό που καλούμε καλή σχέση ποιότητας-τιμής.
Δοκιμάστε, λοιπόν, και καταλήξτε στα δικά σας συμπεράσματα για τη Σαντορίνη και τα λευκά της. Ανεξάρτητα, πάντως, από την ετυμηγορία των φίλων της στήλης, ο γράφων θα κρατάει πάντοτε στην κάβα του μερικά κιβώτια από αυτό το σπάνιο γέννημα της Φύσης.
01/04/2012
|