Γλωσσική, αισθητική αγωγή και Κουμανδαρία
Σύμφωνα με τις διατάξεις της προσφάτως ψηφισθείσας νομοθεσίας για την Κουμανδαρία, ως «Παλαιωμένη» ή «Aged» μπορεί να κυκλοφορεί εκείνη η Κουμανδαρία που έχει παλαιώσει (προφανώς εννοεί ωριμάσει) για τουλάχιστον δύο χρόνια. Ως «Πολύ Παλαιωμένη», ή «Very Aged» στα αγγλικά, μπορεί να διακινείται η Κουμανδαρία που έχει παλαιώσει για τουλάχιστον 4 χρόνια, ως «Εξαιρετικά Παλαιωμένη» ή «Exceptionally Aged» αυτή που έχει ωριμάσει τουλάχιστον για περίοδο 8 ετών, ως «Σπάνια» ή «Rarely Aged» εκείνη η Κουμανδαρία που έχει παλαιώσει για τουλάχιστον 12 χρόνια και ως «Συλλεκτική» ή «Selectively Aged» η Κουμανδαρία που έχει παλαιώσει για περίοδο πέραν των 15 χρόνων.
Κατά πρώτον, ας εξετάσουμε το ζήτημα από γλωσσικής άποψης. Παλαιωμένη λέει ο νομοθέτης είναι η Κουμανδαρία που έχει παλαιώσει για τουλάχιστον δύο χρόνια. Εδώ, ένα λευκό κρασί στα δύο χρόνια δεν θεωρείται πλέον παλαιωμένο, πώς είναι δυνατόν να χαρακτηρισθεί ως παλαιωμένη μία Κουμανδαρία διετίας; Κατά την άποψή μου, αυτή η πρώτη κατηγορία δεν θα έπρεπε να χαρακτηρισθεί ως «παλαιωμένη», αλλά κάτι άλλο, πιο απλό, πιο λογικοφανές, πιο ευθύ, όπως, για παράδειγμα, ως σκέτη νέτη Κουμανδαρία, χωρίς οιαδήποτε ένδειξη παλαιότητας, γιατί απλούστατα μία Κουμανδαρία δύο ετών ΔΕΝ είναι παλαιωμένη. Σε αυτή την κατηγορία ο νομοθέτης θα μπορούσε να δώσει το δικαίωμα στους οινοποιούς να βγάζουν στην αγορά και Κουμανδαρία φρέσκια, χωρίς οποιαδήποτε παλαίωση, σε μια προσπάθεια να προσεγγιστούν νεότερες ηλικίες καταναλωτών. Πάμε τώρα να εξετάσουμε, από γλωσσικής αλλά και οινολογικής άποψης, την επόμενη κατηγορία της «Πολύ Παλαιωμένης» Κουμανδαρίας. Μία Κουμανδαρία ηλικίας τεσσάρων ετών θα μπορούσε κανείς να τη χαρακτηρίσει ως πολύ παλαιωμένη; Από γλωσσικής ή, καλύτερα, εννοιολογικής σκοπιάς δεν είναι δυνατόν να χαρακτηρίσουμε ως πολύ παλαιωμένο έναν επιδόρπιο οίνο, η ηλικία του οποίου δεν ξεπερνάει τα 4 έτη. Εδώ, ένα ξηρό κόκκινο που είναι τεσσάρων ετών και δεν το χαρακτηρίζουμε εύκολα ως πολύ παλαιωμένο, θα αποδώσουμε τον χαρακτηρισμό αυτό σε ένα γλυκό κρασί από λιαστά σταφύλια; Πάμε τώρα και σε δύο άλλες κατηγορίες, τη «Σπάνια» και τη «Συλλεκτική». Αυτές οι δύο κατηγορίες είναι γλωσσικά και εννοιολογικά προβληματικές, κυρίως, θα έλεγα, στην αγγλική παρά στην ελληνική. Το «Rarely Aged», που της έχει αποδοθεί στα αγγλικά, είναι κάπως σόλοικο, μια και, με τα ολίγα μου αγγλικά, φαντάζει διφορούμενο, καθώς δεν ξεκαθαρίζει κατά τρόπο απόλυτο κατά πόσον η Κουμανδαρία της συγκεκριμένης κατηγορίας παλαιώνει τόσο πολύ, σε βαθμό που η παλαίωση να την καθιστά σπάνια, ή απλώς παλαιώνει σπάνια, πού και πού δηλαδή! Το δε «Selectively Aged» της επόμενης νομοθετικής κατηγορίας είναι επίσης διφορούμενο, καθώς δεν διευκρινίζει πέραν πάσης αμφιβολίας κατά πόσον η Κουμανδαρία παλαιώνει στον υπέρτατο βαθμό ή απλώς παλαιώνει επιλεκτικά! Πιστεύω πως στα αγγλικά το πρόβλημα προκύπτει από τη χρήση της λέξης «aged», η οποία θα έπρεπε να αντικατασταθεί από κάποια άλλη λέξη, ίσως τη λέξη «old». Δεν είναι πιο ξεκάθαρα τα «Very Old», «Exceptionally Old» και «Extra Old»;
Προσωπικά, εντούτοις, πιστεύω ότι το πράγμα το έχουμε περιπλέξει. Τρεις, το πολύ τέσσερις, κατηγορίες παλαίωσης θα ήταν αρκετές, για να είμαστε και πιο απλοί και πιο πειστικοί. Η πρώτη πιστεύω θα έπρεπε να ήταν μία απλή, χωρίς υποχρεωτική παλαίωση, Κουμανδαρία, η δεύτερη καλό θα ήταν να είναι μία Κουμανδαρία πενταετίας, η τρίτη μία Κουμανδαρία δεκαετίας και η τέταρτη μία Κουμανδαρία άνω των 25 ή και 30 χρόνων. Απλά, κοφτά πράγματα, ικανά να γίνουν αντιληπτά από τον καταναλωτή. Δηλαδή, μια απλή Κουμανδαρία, μία Παλαιωμένη, μία Παλαιωμένη δεκαετίας, και μία Συλλεκτική. Και στα αγγλικά, μία σκέτη Commandaria, μία Commandaria Reserve, μία Commandaria Grand Reserve και μία Commandaria Extra Old ή Exceptionally Old. Επιπροσθέτως, επιβάλλεται να έχουμε τη δυνατότητα παραγωγής χρονολογημένης Κουμανδαρίας, Vintage Commandaria και τη δυνατότητα παρασκευής Κουμανδαρίας από συγκεκριμένο αμπελοτόπι, Single Vineyard, αλλά και μία κατηγορία για μη ενδυναμωμένη με αλκοόλη Κουμανδαρία.
Σε κατοπινό στάδιο θα πρέπει να εξετασθούν οι περιοχές και οι αμπελώνες των χωριών που εμπλέκονται στην παραγωγή του κρασιού και να κατηγοριοποιηθούν ανάμεσα στα χωριά που διαθέτουν μεγάλο υψόμετρο και σε αυτά με πιο χαμηλό, για να διαμορφωθεί κι εκεί μία πρόσθετη ίσως κατηγορία. Θα μου πείτε θα τα μπλέξουμε ολίγον. Γιατί, το Port, που είναι υποδεέστερο κρασί από την Κουμανδαρία, δεν έχει τόσες και τόσες κατηγορίες;
Όλα όσα έχω πιο πάνω παραθέσει δεν είναι παρά κάποιες σκέψεις ενός οινογράφου και όχι αποτέλεσμα μεγάλου βασανισμού του μυαλού και εμπεριστατωμένης μελέτης και έρευνας. Υπάρχουν πολλά και διάφορα που θα μπορούσαν να συζητηθούν σε αυτό το πλαίσιο, αυτά όμως που έχουν εγκριθεί με τη νέα νομοθεσία δεν μπορώ να θεωρήσω ότι έχουν γίνει με τη δέουσα περίσκεψη, γνώση, αλλά και γλωσσική και αισθητική επάρκεια. Και χρειάζεται να δούμε ξανά αυτό το ζήτημα, με πιο σφαιρικό και σοφό τρόπο…
10/12/2016
|