Ολίγος σεβασμός δεν βλάπτει…
Ένας φίλος μου δημοδιδάσκαλος τυχαίνει να αγαπάει το καλό κρασί. Δεν είναι ο μέγας γευσιγνώστης ή ο πλέον γνώστης, αλλά το πίνει το κρασάκι του μετά ευχαριστήσεως. Το ψάχνει και λίγο το πράγμα, καθώς θέλει να ξέρει τι είναι αυτό που έχει στο ποτήρι του, πώς παρασκευάζεται, πώς συντηρείται, με ποια φαγητά ταιριάζει κτλ. Βασισμένος σ’ αυτήν του τη σχέση με το κρασί, ο φίλος και συνάδελφος Ευάγγελος μπήκε προ καιρού στο αμάξι του να πάει να δει ένα οινοποιείο στην ωραία Πιτσιλιά, να δει από κοντά την παραγωγή, την παλαίωση στα δρύινα βαρέλια, να δοκιμάσει κάνα-δυο ετικέτες και να αγοράσει και δυο-τρία κιβώτια για το καθημερινό τραπέζι.
Πήγε λοιπόν, πράγματι, είδε το οινοποιείο, έκανε μια γύρα και από τις κάβες και τους λοιπούς χώρους της μονάδος και, λίγο προτού αναχωρήσει, ζήτησε να αγοράσει και δύο κιβώτια των δώδεκα φιαλών. Μετά πολλής εκπλήξεως ο Ευάγγελος είδε τον οινοποιό να του ζητάει τιμή υψηλότερη απ’ ό,τι οι υπεραγορές της πρωτεύουσας! Και, ως ήταν φυσικό, ζήτησε κάποια εξήγηση και μαζί κάποια έκπτωση, οπότε ο καλός οινοποιός πήγε στο κελάρι και του έφερε μία φιάλη επιπλέον ως δώρο, αλλά την τιμή των κιβωτίων δεν τη μείωσε. Ο Ευάγγελος, όπως ήταν αναμενόμενο, εκνευρίστηκε τα μέγιστα και αποφάσισε να ρίξει μαύρη πέτρα πίσω του. Και από τότε δεν ματαπάτησε στο εν λόγω οινοποιείο, ούτε και ξαναγόρασε από αλλού τα κρασιά του.
Διηγούμενος, φίλοι αναγνώστες, αυτή την ιστορία, κάθομαι και σκέφτομαι: είναι λογικό να πηγαίνει κανείς στην άκρη της νήσου, στα όρη και στα άγρια βουνά, να κάνει τέτοια τιμή στον οινοποιό, και να αγοράζει από πάνω και το κρασί ακριβότερα απ’ ό,τι στην υπεραγορά που βρίσκεται πλάι στο σπίτι του; Είναι αυτό λογικό; Κάποιοι, είμαι βέβαιος, θα πουν: «βεβαίως και είναι λογικό, λογικότατο μάλιστα». Λογικότατο, θα πει κανείς, γιατί ο οινοποιός σέβεται τον πελάτη του που έχει υπεραγορά και που αγοράζει τεράστιες ποσότητες επί τακτικής βάσης, δεν αρμόζει να του σπάει την αγορά και να του κάνει χαλάστρα. Η υπεραγορά, στο κάτω-κάτω, αγοράζει χιλιάδες φιάλες ετησίως, ο κάθε τυχάρπαστος που θα έρθει μια-δυο φορές τον χρόνο να πάρει πέντε-δέκα φιάλες γιατί να πάρει χαμηλότερη τιμή; Λογικό δεν ακούγεται;
Εν τω μεταξύ, δεν έχω ακόμη καταλάβει τι γίνεται με κάποιες υπεραγορές; Πώς είναι, για παράδειγμα, δυνατόν να πωλεί ο Αθηαινίτης φθηνότερα απ’ ό,τι αγοράζει ένας εστιάτορας ή ένας καβίστας; Είναι αμέτρητοι δε οι εργαζόμενοι σε εταιρείες εισαγωγής και παραγωγής οίνων και οινοπνευματωδών, οι οποίοι μου είπαν πως τους συμφέρει να αγοράζουν τα προϊόντα της εταιρείας στην οποία δουλεύουν από τον Αθηαινίτη παρά από την ίδια την εταιρεία που τους εργοδοτεί, έστω κι αν αυτή τους παραχωρεί κάποια έκπτωση. Ρώτησα πολλές φορές διάφορους εισαγωγείς, διανομείς και παραγωγούς κρασιού για το θέμα και η απάντηση ήταν πάντα συγκεχυμένη έως νεφελώδης. Κάποιοι έφθαναν στο σημείο να κάνουν την πάπια και να μου λένε: «δεν ξέρω πώς συμβαίνει κάτι τέτοιο, κτλ., κτλ., κτλ…».
Αντιλαμβάνομαι πως ζούμε σ’ έναν κόσμο που όλα καθοδηγούνται από το χρήμα και την προσπάθεια απόκτησής του. Δεν αιθεροβατώ. Κατανοώ την ανάγκη ενός οινοποιείου (ή μιας επιχείρησης) να συνεργάζεται με τις μεγάλες υπεραγορές και να διαθέτει σ’ αυτές τα προϊόντα του. Και, βεβαίως, αντιλαμβάνομαι τη χρησιμότητα της ύπαρξης των μεγάλων υπεραγορών, οι οποίες ευκολύνουν συνήθως τη ζωή του καταναλωτή. Και επικροτώ τη σοβαρότερη ενασχόληση μερικών εξ αυτών με το κρασί και τα οινοπνευματώδη.
Αυτό όμως που αρνούμαι να δεχθώ είναι την έλλειψη σεβασμού απέναντι στον άνθρωπο, που μπαίνει στο αμάξι για να πάει στο άλφα ή το βήτα οινοποιείο, για να αντιμετωπιστεί ψυχρά από τον ίδιο τον παραγωγό. Έχω γνωρίσει από κοντά κάποιους από τους ιδιοκτήτες μεγάλων υπεραγορών και είμαι βέβαιος πως δεν θα εξεγερθούν εναντίον των οινοποιών της χώρας, εάν μάθουν ότι κάθε Σαββατοκύριακο πωλούνται στον τόπο παραγωγής πέντε-δέκα κιβώτια κρασιού σε ειδικές τιμές. Είμαι πέραν πάσης αμφιβολίας βέβαιος πως οι άνθρωποι αυτοί θα επιδείξουν κατανόηση για την όποια έκπτωση θα προσφέρει ο παραγωγός σε κάποιον επισκέπτη του οινοποιείου. Θα επιδείξουν κατανόηση όχι μόνο γιατί κάτι τέτοιο είναι λογικό και αναμενόμενο, αλλά και γιατί γνωρίζουν ότι οι παθιασμένοι οινόφιλοι που θα κινήσουν κάποιο Σαββατοκύριακο για μια οινοποιία αντιπροσωπεύουν το 0,000001 των πολιτών της χώρας ταύτης. Στους χίλιους πελάτες μιας υπεραγοράς είναι ζήτημα εάν ένας θα κινήσει για κάποιο οινοποιείο κάποια στιγμή του βίου του. Να σπαταλήσει κάμποσα ευρώ σε καύσιμα και να πληρώσει κι από πάνω περισσότερα απ’ ό,τι σε μια μέση υπεραγορά.
Κατανοώ βαθιά όσους οινοποιούς προσπαθούν να κρατήσουν μια υψηλή εικόνα για το κρασί τους. Τους καταλαβαίνω όταν αρνούνται να προχωρήσουν σε προσφορές του κρασιού τους του τύπου ένα συν ένα κτλ. Δεν μπορώ όμως να αποδεχθώ την έλλειψη σεβασμού απέναντι στον επισκέπτη τους, διότι περί αυτού πρόκειται όταν παρουσιάζονται άκαμπτοι με τις τιμές στο όνομα μιας δήθεν πάγιας τιμολογιακής πολιτικής αρχών. Διότι μπρος στη φιλοξενία πάσα τιμολογιακή αρχή παύει να υφίσταται, καθώς προηγούνται πιο στέρεες και εδραίες αρετές όπως η ευγένεια, η αβροφροσύνη και η γενναιοδωρία.
28/09/2014
|