Αρχική Σελίδα  |  Επικοινωνία  |  Αναζήτηση:
Σάββατο, 20 Απριλίου 2024
Cyprus Wine Pages

Μωρό κανέλα, πού ήσουνα;



Κάθομαι, δείλι Σαββάτου, και αισθάνομαι μετά από μήνες τον καιρό να δροσίζει. Τη ζέστη να υποχωρεί σιγά-σιγά, κουράστηκε άραγε κι αυτή να τριγυρνάει πάνω από τα ασαφούς περιεχομένου κεφάλια μας; Οι πρώτες, λίγες έστω, βροχές έπεσαν εδώ στην πρωτεύουσα, το νότισαν το σκασμένο χώμα, ένιωσα ξανά ότι ο έρημος αυτός καιρός αλλάζει. Θέλησα εκείνη τη στιγμή να γευτώ ένα ποτήρι κρασί. Να ανοίξω μία φιάλη, να σερβίρω ένα ποτηράκι και να αφήσω για το βραδάκι το υπόλοιπο. Ανοίγω την πόρτα της κάβας και θυμάμαι εκείνο το μυστήριο πλάσμα τη Μωροκανέλα, που ο φίλος μου, χρόνια τώρα, Γιάννης Κυριακίδης από το οινοποιείο Βασιλικό στον Κάθικα μού έστειλε να δοκιμάσω. Ναι, αυτή την πώς τη λέμε, βρε παιδιά, Μωροκανέλα, που κάπου είχε χαθεί τόσα χρόνια μέσα στους αμπελώνες και την αγνωμοσύνη μας. Ανασηκώνω την κρύα φιάλη και την κοιτάω καλά. Στιβαρό γυαλί, με μια λιτή ετικέτα, επάνω στην οποία έγραφε: «Μωροκανέλα 2016, Οινοποιείο Βασιλικό». Τη γυρνάω από την άλλη και, στην οπίσθια ετικέτα, διακρίνω έναν συγκρατημένο αλκοολικό τίτλο (12,5%), βλέπω, επίσης, το διακριτικό «Τοπικός Οίνος Πάφου» και συγκεκριμένα την αμπελουργική προέλευση του κρασιού, εκείνη του Κάθικα και των ιδιαίτερων εδαφοκλιματολογικών του συνθηκών.

 

Χωρίς άλλες χρονοτριβές αποσπώ από τον λαιμό της φιάλης τον φελλό και βάζω στο ποτήρι μία μικρή ποσότητα οίνου, προκειμένου να δω με τι έχω να κάνω… Πολλά είχα ακούσει και πολλά εξακολουθώ να ακούω για ετούτη την ξεχασμένη ποικιλία του κυπριακού αμπελώνα, που ακούει στο περίεργο όνομα Μωροκανέλα. Ποιος ξέρει, άραγε, γιατί να τη λένε έτσι; Μερικοί εικάζουν ότι το όνομά της προέκυψε από το κανελί χρώμα που αποκτά όταν ωριμάζει πλήρως, άλλοι γιατί λέει μυρίζει κανέλα, ωστόσο, επίσημη εκδοχή της προέλευσης του ονόματος ουδέποτε αναδύθηκε. Ζυγώνω τη μύτη στο ποτήρι και γίνομαι μάρτυς μίας μύτης με ξέχωρη ιδιοσυγκρασία, γεμάτης από αρώματα με στιλ και χαρακτήρα. Καθάρια μύτη, με καλή πυκνότητα και αρκετή, θα έλεγα, πολυπλοκότητα για λευκό κρασί. Βάζω στο στόμα την πρώτη γουλιά: μάλλον λιπαρή, με ικανοποιητική όχι όμως όση θα ήθελα οξύτητα, πλούσια γενικώς και με μικρής έως μεσαίας διάρκειας επίγευση. Τα πρώτα διαπιστευτήρια της Μωροκανέλας με έκαναν να αναθαρρήσω ότι, ναι, μπορούμε να πορευθούμε με τις δικές μας ποικιλίες, μπορούμε να επιτύχουμε αυτό το οποίο από την πρώτη στιγμή που ανέλαβα ετούτο το οινικό βήμα πίστευα, ότι, δηλαδή, αν ανασκουμπωθούμε και ξαναφέρουμε στο προσκήνιο τις γηγενείς μας ποικιλίες θα μπορέσουμε να κομίσουμε πρόταση ετερότητας και ποιότητας, όχι απλώς στο οινόφιλο κοινό της νήσου αλλά και πολύ πέραν των στενών μας συνόρων.

 

Η Μωροκανέλα που δοκίμασα δεν είναι ένα συγκλονιστικό λευκό, ούτε καμία λευκή πριμαντόνα, είναι όμως ένα πολύ καλό λευκό κρασί που μόλις άρχισε να οινοποιείται από τα αδέλφια Κυριακίδη στον Κάθικα, αλλά, βεβαίως, και από ένα-δυο ακόμη οινοποιίες της χώρας, όπως πρόσφατα έχω μάθει. Είναι ένα κρασί που όχι απλώς μας επιτρέπει να αισιοδοξούμε, αλλά που αίρει όσες αμφιβολίες υπήρχαν και εξακολουθούν σε πολλούς να υπάρχουν ότι μπορούμε να πατήσουμε επάνω σε αυτά τα αφανισμένα σχεδόν σταφύλια για να πούμε στην οινική υφήλιο: εδώ είμαστε κι εμείς! Μικροί μεν αλλά ξέχωροι, ελάχιστοι, αν θέλετε, αλλά όχι αμελητέοι, έτοιμοι να προτάξουμε δέκα καλά Ξυνιστέρια, πέντε-έξι εξαιρετικά Μαραθεύτικα, δυο-τρεις Μωροκανέλες, άλλα τόσα Γιαννούδια και πάει λέγοντας. Την ώρα που γράφω αυτές τις γραμμές έχω πλάι μου ένα μισόγιομο ποτήρι αυτής της Μωροκανέλας. Όλο το μυρίζω, καθώς αλλάζει θερμοκρασιακά και θερμαίνεται ολοένα και πιο πολύ και φεύγει από τα αποδεκτά όρια των 10 περίπου βαθμών Κελσίου, όπου συνήθως τα όποια ελαττώματα αρχίζουν να κάνουν εμφανή την παρουσία τους. Κι όμως, το κρασί αντιστέκεται στην άνοδο της θερμοκρασίας, κρατάει την αρωματική και γευστική του ισορροπία, διατηρεί τη δομή και τον χαρακτήρα του, δείγμα ότι οινοποιήθηκε σωστά.

 

Και την ίδια ακριβώς στιγμή αναρωτιέμαι πώς να είναι άραγε η ετέρα των φιαλών, που ο Γιάννης Κυριακίδης μου απέστειλε για να δοκιμάσω, η Λευκάδα, η μονοποικιλιακή Λευκάδα, γνωστή στη Λευκάδα ως Βερτζαμί, που, αν και έλκει την καταγωγή της από το πανέμορφο νησί των Επτανήσων, έχει εδώ και δεκαετίες φυτευθεί και εγκλιματιστεί στο νησί μας, σε βαθμό που να θεωρείται τοπική. Πώς να είναι άραγε ετούτο το κόκκινο από εκατόν τοις εκατόν Λευκάδα; Θα πλησιάζει τα αρωματικά και γευστικά προικιά της Μωροκανέλας, δίδοντάς μας τη δυνατότητα να ενδυναμώσουμε την ποικιλιακή μας φαρέτρα ή θα υστερήσει μπρος στο αυτόχθον σταφύλι. Καθώς ο προς γραφή χώρος ολοένα και λιγοστεύει, θα αφήσω τη Λευκάδα για την επόμενη Κυριακή. Μέχρι τότε, προμηθευτείτε μία φιάλη Μωροκανέλας, μία από τις 1500 περίπου που παρήχθησαν από τα νεαρά κλήματα πενταετίας, αν μη τι άλλο, για την εμπειρία.


15/10/2017

Άρθρα: Ποικιλίες

»

Μαντινείες: πόσες καλές υπάρχουν;

15/05/2023

»

Τι να προτείνουμε στο εξωτερικό;

09/06/2022

»

Από Ανατολή ώς Δύση

15/11/2020

»

Ξυνιστέρι στον ορίζοντα

03/11/2020

»

Περί τιμής και σπανιότητας

15/06/2020

»

Βαθυστόχαστο, αλλά εκτός μόδας

27/05/2019

»

Τα σημαντικά άσημα

02/09/2018

»

Ας μείνει Μαύρο!

06/05/2018

»

Οι καλές, οι κακές και οι άχρηστες

29/04/2018

»

Υπάρχουν κακές ποικιλίες;

22/04/2018

»

Νεγκόσκα για όσκαρ

18/03/2018

»

Στον αστερισμό του Ξινόμαυρου

21/01/2018

»

Από την πόλη έρχομαι και στην κορφή…Μωροκανέλα!

22/10/2017

»

Μωρό κανέλα, πού ήσουνα;

15/10/2017

»

Δεν έχουμε ακόμη καταλήξει

23/07/2017

»

Τελικά το Ξυνιστέρι μπορεί!

11/06/2017

»

Αγιωργίτικο σε στάση

28/05/2017

»

Ένα Ξυνιστέρι δεν φέρνει την άνοιξη

26/03/2017

»

Το Μαύρο που λέγαμε…

19/03/2017

»

Είναι το Μαύρο πολυδύναμο;

09/10/2016

Οίνου Συμβουλευτική Πάνω  |  Πίσω  |  Εκτύπωση  |  Εξειδικευμένη Αναζήτηση  |  Επικοινωνία  |  Αρχική Σελίδα