Αρχική Σελίδα  |  Επικοινωνία  |  Αναζήτηση:
Παρασκευή, 19 Απριλίου 2024
Cyprus Wine Pages

Μεταξύ μωρών και η Μωροκανέλα



Αμπελώνας στη Μαδαρή

Την περασμένη Κυριακή είχα δημοσιεύσει στη στήλη των Προτάσεων τον Αθέφτη, ένα λευκό «οικιακής» οινοποίησης, που παράγεται από τις τοπικές ποικιλίες Ξυνιστέρι και Μωροκανέλα, που μεγαλώνουν στη Μαδαρή, τη δεύτερη σε υψόμετρο βουνοκορφή της νήσου, μετά τον Όλυμπο. Αν και προερχόμενο από ένα μη εγκεκριμένο οινοποιείο, αν και παραγόμενο από ανθρώπους που δεν μπορούν να χαρακτηριστούν ειδήμονες ή πολύπειροι της οινοποίησης, το λευκό αυτό κέντρισε το ενδιαφέρον μου γιατί, απλούστατα, ήρθε να επαληθεύσει κάτι που πάντοτε πίστευα και το οποίο δεν είναι, ασφαλώς, δικό μου επινόημα, αλλά κοινή και στέρεα αντίληψη μεταξύ των ανθρώπων που ασχολούνται συστηματικά με το κρασί.

 

Και αυτό δεν είναι άλλο από τη σπουδαιότητα που έχει για το κρασί το αμπέλι και ευρύτερα αυτό που καλούμε οικοσύστημα, και που περιλαμβάνει τρία κυρίως πράγματα: το έδαφος, το μεσόκλιμα και την ποικιλία οιναμπέλου. Και, ως φαίνεται, το έδαφος της Μαδαρής, που είναι μάλλον φτωχό, σχετικά άγονο και επικλινές προσφέρει στο αμπέλι αυτό ακριβώς που χρειάζεται για να αποδώσει συμπυκνωμένα και υψηλής ποιότητας σταφύλια. Και αυτό που χρειάζεται ένα αμπέλι, το οποίο προορίζεται να δώσει πρώτη ύλη για κρασί, είναι το έδαφος εκείνο που δεν θα του προσφέρει απλόχερα τα θρεπτικά συστατικά και την υγρασία που ζητά για να μεγαλώσει τους καρπούς του, αλλά αντίθετα θα το αναγκάζει να αναπτύξει βαθύ ριζικό σύστημα, προκειμένου να βρει τα «εργαλεία» για την επιβίωσή του.

 

Εκεί λοιπόν στην ορεινή Μαδαρή, στα 1500 σχεδόν μέτρα πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας, φύονται εδώ και αρκετές δεκαετίες τα κλήματα της ποικιλίας Ξυνιστέρι. Δροσερό κλίμα, αργή και συνήθως αβίαστη ωρίμαση, με αποτέλεσμα τα σταφύλια να διακρίνονται από χαρακτηριστικά λεπτά και ευγενικά, μια και ο αδυσώπητος κυπριακός ήλιος δεν είναι τόσο σκληρός μαζί τους, όσο σε πολλές άλλες, σαφώς χαμηλότερες αμπελουργικές περιοχές της χώρας. Τα κρασιά που προκύπτουν από αυτό το σπάνιο για τα κυπριακά δεδομένα οικοσύστημα είναι αλλιώτικα, σίγουρα πιο φίνα, σύνθετα και δεκτικά παλαίωσης.

 

Ανάμεσα στις αράδες με τα κλήματα του Ξυνιστεριού βρίσκονται διάσπαρτες μερικές ρίζες που δεν ομοιάζουν με τις υπόλοιπες. Είναι τα πρέμνα της Μωροκανέλας, μιας σπάνιας και ξεχασμένης κυπριακής, λευκής ποικιλίας, που προσφέρουν κι αυτά τον καρπό τους για να συνοινοποιηθούν με το Ξυνιστέρι. Κανείς δεν ξέρει το ακριβές ποσοστό συμμετοχής της Μωροκανέλας στο τελικό χαρμάνι, μόνο εμπειρικούς υπολογισμούς μπορούμε να κάνουμε, μια και οι ρίζες με τη Μωροκανέλα απλώνονται άλλες εκεί και άλλες εδώ, καθώς φυτευόντουσαν μάλλον τυχαία και για λόγους που δεν είναι βέβαιον ότι γνωρίζουμε. Η συμμετοχή στο χαρμάνι της Μωροκανέλας ήταν και η βασική αιτία που ο Αθέφτης των αδελφών Λάκη και Τάσου Αναστασίου από τα Λαγουδερά με εντυπωσίασε. Αν και η Χριστίνα, που γνώρισα πρόσφατα στη γιορτή του Άη Αμπέλη, μου μίλησε με κολακευτικά λόγια γι’ αυτό το κρασί, η προσδοκία που προσωπικά είχα ήταν να δοκιμάσω άλλο ένα κρασί του πιθαριού, το γνωστό «χωρκάτικον».  Δοκίμασα, εντούτοις, ένα λευκό που, αν και όχι εξαίρετο με βάση τα σύγχρονα δεδομένα της Οινολογίας, διέθετε χαρακτήρα, τοπική ταυτότητα, ιδιαιτερότητα. Ένα λευκό που μέσα στα λάθη του, τις μικροαστοχίες της οινοποίησης, ήταν καθόλα ευχάριστο και εντελώς αποδεκτό ακόμη και από έναν οινολόγο.

 

Και διερωτήθηκα και πάλι: Γνωρίζουμε σάματις τις τοπικές ποικιλίες μας; Έχουμε καθαρή εικόνα και γνώση των όποιων δυνατοτήτων τους; Κατέχουμε τα μυστικά των οικοσυστημάτων της νήσου, ξέρουμε πού θα φυτέψουμε την άλφα και πού τη βήτα ποικιλία; Ή, μήπως, έχουμε καταφύγει στα εύκολα και τα τετριμμένα, που δεν είναι άλλα από τις ξενικές, και δη τις γαλλικές ποικιλίες οιναμπέλου; Η απάντηση, αν και καταθλιπτική, μορφώνεται εύκολα: Δεν έχουμε ιδέα! Πιάσαμε τα Chardonnay και τα Sauvignon Blanc ωσάν μωροί και αφήσαμε τις Μωροκανέλες και τις Κανέλες ωσάν σοφοί. Άνευ ουσιαστικής έρευνας, μελέτης και πειραματικής έστω οινοποίησης αποφανθήκαμε ότι οι υπό εξαφάνιση κυπριακές ποικιλίες είναι για τα μπάζα και, ως εκ τούτου, μοναδική μας διέξοδος φαντάζει η καταφυγή στα γαλλικά κρασοστάφυλα. Δεν είναι καθόλου διαφορετική η νοοτροπία από εκείνη που μας οδήγησε στην εθνική οικονομική καταστροφή, όταν επί δεκαετίες βασιζόμασταν σε ξένα χρήματα, δανεικά, με αποτέλεσμα να χρεοκοπήσουμε σε μία και μόνο στιγμή. Έτσι θα πάθουμε και με την αμπελοοινική μας δράση. Τη φαινομενική και πρόσκαιρη ευμάρεια των οινοποιητικών μας μονάδων, που ως επί το πλείστον στηρίζεται σε ξένα, δανεικά σταφύλια, θα έρθει η στιγμή που θα τη διαδεχθεί η απότομη κατάρρευση, καθώς όλοι πια θα αναζητήσουν άλλες πηγές να διοχετεύσουν το οινικό τους ενδιαφέρον.


04/11/2012

Άρθρα: Ποικιλίες

»

Μαντινείες: πόσες καλές υπάρχουν;

15/05/2023

»

Τι να προτείνουμε στο εξωτερικό;

09/06/2022

»

Από Ανατολή ώς Δύση

15/11/2020

»

Ξυνιστέρι στον ορίζοντα

03/11/2020

»

Περί τιμής και σπανιότητας

15/06/2020

»

Βαθυστόχαστο, αλλά εκτός μόδας

27/05/2019

»

Τα σημαντικά άσημα

02/09/2018

»

Ας μείνει Μαύρο!

06/05/2018

»

Οι καλές, οι κακές και οι άχρηστες

29/04/2018

»

Υπάρχουν κακές ποικιλίες;

22/04/2018

»

Νεγκόσκα για όσκαρ

18/03/2018

»

Στον αστερισμό του Ξινόμαυρου

21/01/2018

»

Από την πόλη έρχομαι και στην κορφή…Μωροκανέλα!

22/10/2017

»

Μωρό κανέλα, πού ήσουνα;

15/10/2017

»

Δεν έχουμε ακόμη καταλήξει

23/07/2017

»

Τελικά το Ξυνιστέρι μπορεί!

11/06/2017

»

Αγιωργίτικο σε στάση

28/05/2017

»

Ένα Ξυνιστέρι δεν φέρνει την άνοιξη

26/03/2017

»

Το Μαύρο που λέγαμε…

19/03/2017

»

Είναι το Μαύρο πολυδύναμο;

09/10/2016

Οίνου Συμβουλευτική Πάνω  |  Πίσω  |  Εκτύπωση  |  Εξειδικευμένη Αναζήτηση  |  Επικοινωνία  |  Αρχική Σελίδα