πίσω | τύπωσε

Ο μεγάλος ασθενής



Πολλοί ίσως εκπλάγηκαν από την απουσία του πολυθρύλητου Μαραθεύτικου από το σημείωμα της περασμένης Κυριακής. Δεν τους αδικώ καθόλου. Βλέπετε, κυκλοφορεί ευρέως στην οινική πιάτσα η αφεντιά του, η οποία παρουσιάζεται – από ειδήμονες και μη – ως η επιτομή της σταφυλικής δύναμης 

Τσαμπί της ποικιλίας Μαραθεύτικο, με τα σημάδια της ανθόρροιας εμφανή.

και φινέτσας. Πρέπει δε να σημειώσω ότι όταν ακόμη έκανα τα πρώτα μου βήματα στον όμορφο κόσμο του κρασιού, άκουα από πολλούς επαΐοντες και μη διάφορα σπουδαία πράγματα για την αυτόχθονη ποικιλία ονόματι Μαραθεύτικο. Κοντοστεκόμουνα τότε, «κάτι θα ξέρουν αυτοί», σκεφτόμουνα, και άκουα μετά πολλής προσοχής τα περισπούδαστα περί Βαμβακάδας (το όνομα της ποικιλίας στην Πιτσιλιά). Χρόνια πέρασαν από τότε, και το Μαραθεύτικο εξακολουθεί να προβάλλει, στα πλαίσια της οινικής παραφιλολογίας που ανθεί στο πολυτάραχο νησί, ως μία αφηρημένη και, εν πολλοίς, συγκεχυμένη έννοια.

 

Ας κάνουμε όμως τα πράγματα πιο λιανά και ας εξετάσουμε με γυμνή και κατάψυχρη ματιά το ερώτημα: «Τι πραγματικά αντιπροσωπεύει σήμερα το Μαραθεύτικο;» Ας δούμε λοιπόν τα δεδομένα που έχουμε μπροστά μας.

 

Δεδομένο πρώτο: Η ποικιλία ασθενεί! Δυστυχώς, το Μαραθεύτικο πάσχει από την ασθένεια που καλείται «ανθόρροια» ή  «τίναγμα», όπως την αποκαλούν οι αμπελουργοί της νήσου. Αποτέλεσμα της ασθένειας αυτής είναι η αδυναμία του φυτού να δέσει τα άνθη του, να γονιμοποιηθεί δηλαδή επιτυχώς, με συνέπεια την απώλεια του μεγαλύτερου μέρους των ρωγών, που οδηγεί σ’ ένα τσαμπί λειψό, όπως μπορείτε να δείτε στη φωτογραφία που συνοδεύει το κείμενο. Αιτία αυτής της προβληματικής κατάστασης είναι το ατυχές γεγονός ότι το Μαραθεύτικο είναι μία από τις ελάχιστες ανά τον κόσμο ποικιλίες οιναμπέλου που δεν είναι ερμαφρόδιτες, άρα δεν μπορούν να αυτογονιμοποιηθούν. Όπως ο περίφημος Γάλλος καθηγητής αμπελουργίας, κ. Pierre Galet, διαπίστωσε, το Μαραθεύτικο είναι ποικιλία «φυσιολογικά θηλυκή», άρα ανίκανη να αυτογονιμοποιηθεί.

 

Θα μου πείτε: «Και πώς διορθώνεται αυτό;» Λυπάμαι, αλλά απάντηση επί τούτου δεν υπάρχει. Κάποιοι λένε πως το πρόβλημα μπορεί να υπερπηδηθεί από τη στιγμή που θα αποφασίσουμε να οινοποιούμε τα «καμπανάρια», τη δεύτερη δηλαδή «κοιλιά» των σταφυλιών που κάποιες ποικιλίες – μεταξύ των οποίων και το Μαραθεύτικο – κάνουν. Τα καμπανάρια, που ωριμάζουν αργότερα από την κανονική εσοδεία, δεν παρουσιάζουν ανθόρροια. Μόνο που προσωπικά δεν έχω ακούσει για οινοποίηση καμπαναριών σε κάποιο άλλο μέρος της γης, συνεπώς αμφιβάλλω σφόδρα για το βάσιμο του επιχειρήματος. Κάποιοι άλλοι υποστηρίζουν πως με ένα καθυστερημένο κλάδεμα (π.χ. μέσα στον Απρίλη) θα αναγκάσουμε την ποικιλία να ανθίσει αργοπορημένα, με πιθανότητες αποφυγής ή μείωσης της ανθόρροιας. Μίλησα με τον Μάριο Κολιό στον Στατό-Άγιο Φώτιο, ο οποίος καλλιεργεί την ποικιλία – στην οποία πιστεύει – και με διαβεβαίωσε ότι δοκίμασε κάτι τέτοιο χωρίς κανένα απολύτως αποτέλεσμα. Μία άλλη επιλογή, που προτάσσεται από τον πολύ καλό γεωπόνο της ΚΕΟ, είναι η ανάμικτη φύτευση της ποικιλίας με κάποια άλλη με την οποία συνανθεί, έτσι που να εξασφαλίζεται η επικονίαση της πρώτης από τη δεύτερη. Ο άνθρωπος αυτός υποστηρίζει ότι η ποικιλία με την οποία το Μαραθεύτικο συνανθεί είναι το επίσης κυπριακό σταφύλι ονόματι Σπούρτικο – έχουμε κάτι ονόματα μέσα-μέσα, έκτακτα! Η ΚΕΟ, όπως κατά την πρόσφατη επίσκεψή μου στο κτήμα της διαπίστωσα, έχει φυτεύσει το Μαραθεύτικο, βάζοντας για κάθε τρεις αράδες της ποικιλίας μία με Σπούρτικο. Τα αποτελέσματα είναι όντως πολύ καλά, μόνο που διερωτώμαι πόσο εύκολο και εμπορικά πρόσφορο είναι να καλλιεργείς σήμερα τέτοιας σύνθεσης αμπελώνες. Τέλος, η ιδανική λύση θα ήταν η κλωνική επιλογή, η ανεύρεση δηλαδή κάποιου κλώνου της ποικιλίας που να μην ανθορροεί, η μελέτη και, εν τέλει, ο πολλαπλασιασμός του προς φύτευση. Κάτι τέτοιο όμως απαιτεί πολυετή και επίπονη έρευνα, κάτι που, ασφαλώς, δεν συμβαδίζει με την κουλτούρα και τον ερασιτεχνισμό μας.

 

Δεδομένο δεύτερο: Οι συνολικές φυτεύσεις Μαραθεύτικου στο νησί φθάνουν μόλις τα 120 εκτάρια, τη στιγμή που υπάρχουν 5700 εκτάρια της ποικιλίας Μαύρο, 880 Carignan, 850 Cabernet Sauvignon και Franc και πάει λέγοντας. Πώς μπορούμε να βασίσουμε, έστω και μερικώς, το αμπελοοινικό μας αύριο σε μια ποικιλία που αντιπροσωπεύει λιγότερο από το ένα τοις εκατόν των συνολικών αμπελώνων στο νησί;

 

Δεδομένο τρίτο: Παρά τα όσα γλαφυρά και ευοίωνα άκουσα για το Μαραθεύτικο, δεν μπορώ να πω ότι είχα έως τώρα τη χαρά να συναντηθώ με ένα εξαιρετικό δείγμα κρασιού της ποικιλίας. Χωρίς αυτό να σημαίνει κάτι το οριστικό, καθώς η εμπειρία μας με κρασιά της ποικιλίας είναι ακόμη πολύ μικρή, όσες φιάλες έχω δοκιμάσει δεν με έπεισαν για το μεγαλείο και την αίγλη του σταφυλιού. Τα πλείστα κρασιά που έτυχε να βρεθούν στο ποτήρι μου – και επιδίωξα να βρεθούν όσο το δυνατόν πιο πολλά – περά από ένα πολύ όμορφο χρώμα και κάποια πολύ συμπαθητικά αρώματα δεν μπορώ να πω ότι διέθεταν τα δομικά στοιχεία που συγκροτούν ένα εξαιρετικό κρασί. Τα πλείστα εξ αυτών έδειχναν να μη διαθέτουν το ταννινικό δυναμικό και τη γευστική πυκνότητα που αναμένει κανείς από ένα κρασί επιπέδου, ενώ την ίδια στιγμή σε αρκετά κρασιά προεξείχε γευστικώς μια τονισμένη έως ενοχλητική, σε κάποιες περιπτώσεις, οξύτητα.

 

Κοντολογίς, έχω να πω το εξής: Μπορεί να σφάλλω, μπορεί να απατώμαι, μπορεί όντως το Μαραθεύτικο να είναι μια εξαιρετική ποικιλία, ικανή να χαρίσει σ’ όποιον της δείξει εμπιστοσύνη εξαιρετικά κρασιά. Γι’ αυτό που είμαι, εντούτοις, βέβαιος είναι ότι αν θα έφτιαχνα σήμερα ένα οινοποιείο και έναν αμπελώνα, ο οποίος θα το υποστήριζε, δεν θα φύτευα Μαραθεύτικο, γιατί ποτέ δεν θα εμπιστευόμουν το μέλλον της επένδυσής μου σε κάτι τόσο «φλου» και αβέβαιο όσο αυτή η ποικιλία. Ίσως γιατί δεν μου αρέσει να ρισκάρω, ίσως γιατί τόσα χρόνια Κύπριος έχω μάθει στα σίγουρα και τα εύκολα, ίσως γιατί έχω πια συμβιβαστεί και επιζητώ κι εγώ σαν όλους τους άλλους τη βολή μου.

 

© Copyright - Cyprus Wine Pages, Γιάννος Κωνσταντίνου
Σχεδιασμός & Ανάπτυξη: Crucial Services Ltd

πίσω | τύπωσε