πίσω | τύπωσε

Πόσους οινόφιλους έχει η Κύπρος;



Το ερώτημα με απασχολεί εδώ και καιρό. Πόσους οινόφιλους έχει στ’ αλήθεια η μικρή Κύπρος; Για να απαντήσει κανείς σ’ ένα τέτοιο ερώτημα, θα πρέπει προηγουμένως να διασαφηνίσει τον όρο «οινόφιλος». Τι σημαίνει οινόφιλος, εν τέλει; Ποιος είναι οινόφιλος και ποιος είναι απλός κρασοπότης, ανυποψίαστος καταναλωτής; Δεχόμαστε ως οινόφιλο κάποιον που πίνει καθημερινά χύμα κρασί ή κάποιον που εμμένει σε μια συγκεκριμένη ετικέτα, η οποία ανταποκρίνεται στη γεύση και το βαλάντιό του; Δεχόμαστε ως οινόφιλο κάποιον που πίνει Cabernet Sauvignon, λόγου χάρη, χωρίς να γνωρίζει ότι το Cabernet Sauvignon είναι ποικιλία οιναμπέλου και όχι μάρκα; Δεχόμαστε, τελικά, ως οινόφιλο κάποιον που δεν διαθέτει τις ελάχιστες έστω γνώσεις για το ευλογημένο αυτό προϊόν της αμπέλου;

 

Το ερώτημα είναι μάλλον φιλοσοφικό και ως τέτοιο δεν χωράει μία και μόνο απάντηση. Η προσωπική μου θέση πάντως επί του προκειμένου είναι ότι όποιος πίνει απλώς και μόνο κρασί, χωρίς να διαθέτει κάποιες στοιχειώδεις γνώσεις γι’ αυτό, δεν είναι οινόφιλος αλλά καταναλωτής. Για μένα οινόφιλος είναι κάποιος που διατηρεί μια πιο ουσιαστική σχέση με το κρασί. Είναι αυτός που θα διαβάσει την ετικέτα του κρασιού, που κάθε φορά ανοίγει. Είναι αυτός που θα χρησιμοποιήσει ένα αξιοπρεπές κρασοπότηρο, είναι αυτός που θα μυρίσει μια-δυο φορές το κρασί προτού το πιει, είναι αυτός που θα κρατήσει τον οίνο για λίγα δευτερόλεπτα στο στόμα και θα τον περιεργαστεί. Οινόφιλος για μένα είναι αυτός που θα πει δυο κουβέντες για το κρασί που έχει στο ποτήρι του, μα πάνω απ’ όλα οινόφιλος είναι αυτός που έχει την επιθυμία να μάθει το κρασί, να το κατανοήσει και, εν τέλει, να το απολαύσει πολύ πιο αληθινά, πολύ πιο βιωματικά.

 

Στην προσπάθειά μου να επιστρατεύσω κάποιον δείκτη μετρήσεως του όρου «οινόφιλος» κατέληξα... στο βιβλίο. Νομίζω πως το ποσοστό όσων διαβάζουν για το κρασί θα μπορούσε να θεωρηθεί ένας καλός δείκτης μέτρησης της δήλωσης «είμαι οινόφιλος». Σύμφωνα με προσωπικούς υπολογισμούς, που βασίζονται περισσότερο στη συγγραφική μου δραστηριότητα παρά στην ακρίβεια της έρευνας, ο αριθμός των ετήσιων πωλήσεων βιβλίων (ντόπιων και ξένων) που αφορούν στο κρασί δεν πρέπει να ξεπερνά τις 2000. Αν από τις πωλήσεις αυτές αφαιρέσουμε τα μισά βιβλία (εκδόσεις στα αγγλικά για το κυπριακό κρασί), τα οποία αγοράζουν οι ξένοι που επισκέπτονται την Κύπρο, αυτό μας φέρνει αμέσως αντιμέτωπους με την εξής πραγματικότητα: 1000 προς 800 000 = 0,125. Όπου 1000 τα συνολικά αντίτυπα βιβλίων που αγοράζουν κατ’ έτος Κύπριοι, όπου 800 000 ο πληθυσμός της νήσου κατά προσέγγιση, όπου 0,125 το συνολικό ποσοστό των εν Κύπρω οινόφιλων!

 

Ακούγεται ακραίο, δεν είναι όμως. Αυτό είναι κατά πάσα πιθανότητα το ποσοστό των Κύπριων οινόφιλων. Όσοι από εσάς συμμετέχετε σε εκδηλώσεις που αφορούν στο κρασί, όσοι μετέχετε σε βραδιές γευσιγνωσίας, παρουσιάσεις οινοποιών και εισαγωγέων οίνου θα έχετε πιστεύω διαπιστώσει ότι λίγο-πολύ συναντάτε τα ίδια πρόσωπα. Μερικούς επαγγελματίες του χώρου –εστιάτορες, καβίστες, σομελιέ, για ξενοδόχους ούτε λόγος (αυτοί έχουν μόνο παράπονα)– μερικές δεκάδες ιδιωτών που ψάχνουν άλλοι λιγότερο και άλλοι περισσότερο το πράγμα, άντε και πέντε-έξι πρωτοφανέρωτους. Ακολουθώ, όσο μπορώ, τις εκδηλώσεις περί οίνου και μπορώ να πω ότι από την ώρα που μπαίνω στο αμάξι για να πάω στον τόπο της εκδήλωσης (event κατά τους νεοκύπριους) ξέρω ποιους θα δω, γνωρίζω με ποιους θα μιλήσω, μη σας πω ότι λίγο-πολύ ξέρω και τι θα ακούσω!

 

Δυστυχώς, το οινικό τοπίο της νήσου, παρά τη σαφή πρόοδο σε επίπεδο τοπικής παραγωγής και την πασιφανή βελτίωση των εισαγωγών, τόσο σε αριθμό όσο και σε ποιότητα, παραμένει φτωχό σε οινόφιλο κοινό. Η κρίσιμη μάζα οινόφιλων καταναλωτών, η οποία θα ωθήσει τα οινικά πράγματα του τόπου βήματα μπροστά δεν φαίνεται να έχει ακόμη διαμορφωθεί, παρά την πρόοδο που έχει μέχρι τη στιγμή αυτή συντελεστεί. Ενθαρρυντικά σημάδια υπάρχουν. Προοπτικές επίσης. Αρκεί να αλλάξουν κάποια πράγματα. Πρώτα, να κλείσουν πολλά εστιατόρια που δεν σέβονται το κρασί και να ανοίξουν άλλα από ανθρώπους με πέντε-δέκα οινικές γνώσεις. Δεύτερο, να σταματήσουμε όλοι να λανσάρουμε την ιδέα ότι το κρασί είναι για τους ειδικούς ή τους αριστοκράτες. Τρίτο, να αρχίσουν οι εισαγωγείς να φέρνουν και φθηνά κρασιά (κάτω από 7-8 ευρώ), γιατί μόνο έτσι θα τεθεί η κατανάλωση σε ευρεία κλίμακα, αφού θα αρχίσουν να μπαίνουν στις κάβες όλοι, χωρίς να φοβούνται ότι θα συναντήσουν μόνο ακριβά και εξειδικευμένα κρασιά. Τέταρτο, να θέσουν οι υπεραγορές, που διατηρούν τα ηνία της κατανάλωσης, το κρασί πάνω σε μια σαφώς πιο επαγγελματική βάση, επιλέγοντας καλύτερα και με πιο επιτυχημένη σχέση ποιότητας-τιμής κρασιά. Και πέμπτο: να μπει η επικοινωνία του κρασιού πάνω σε μια πιο έντιμη βάση. Να σταματήσουμε όλοι οι δημοσιογράφοι να διαφημίζουμε όλα τα κρασιά και να αρχίσουμε να αποδίδουμε σε κάθε οίνο μόνο όσα του αξίζουν. Μόνο έτσι θα καταφέρουμε να κερδίσουμε την εμπιστοσύνη του καταναλωτή, μόνο έτσι θα μπορέσουμε να μορφώσουμε μια στέρεα εγκυρότητα και μια ελάχιστη αξιοπιστία.

 

© Copyright - Cyprus Wine Pages, Γιάννος Κωνσταντίνου
Σχεδιασμός & Ανάπτυξη: Crucial Services Ltd

πίσω | τύπωσε