|
Από το φουαγκρά στο λουβί
Πριν κάποια χρόνια, συνομιλούσα με έναν από τους καλύτερους σεφ που έχουμε στο νησί, ο οποίος εργάζεται ως υπεύθυνος σεφ σε ένα από τα κορυφαία μας πεντάστερα ξενοδοχεία στη Λεμεσό. Άνθρωπος με πολύ μακρά εμπειρία στις κουζίνες των ξενοδοχείων, και όχι μόνο, που έχει ταξιδέψει πολύ κι έχει δειπνήσει σε ουκ ολίγα διάσημα και μη μαγαζιά της οικουμένης. Είχαμε μια συζήτηση για όλη αυτή την τακτική των ξενοδοχειακών μας μονάδων να επιμένουν να σερβίρουν φουαγκρά και μπλακ άνγκους και πουλάδες από τη Γαλλία και σπαράγγια από το Περού και άλλα τινά. Και πάνω εκεί που επέμενα κι εξηγούσα τη θέση μου πως πρέπει επιτέλους να εγκαταλείψουμε αυτή την ανώφελη τακτική και να αναδείξουμε τα υλικά και τις γεύσεις του τόπου μας, ο φίλος σεφ δεν άντεξε και μου ομολόγησε το εξής: εμένα, Γιάννο μου, μη μου τα λες αυτά, εμένα ξέρεις τι μου αρέσει να τρώω πιο πολύ, ποιο φαγητό θα μπορούσα να τρώω καθημερινά; Ποιο, τον ρωτάω. Λουβί της μάνας μου! Με «κολοκούι», όπως το λέμε στην Κύπρο.
Εδώ, λοιπόν, τίθεται το ερώτημα. Μπορεί ένας σεφ σε ένα κορυφαίο πεντάστερο στην Κύπρο να σερβίρει λουβί; Πέστε μου, μπορεί ή είναι χωριάτικο και θα μας κακοχαρακτηρίσουν; Πώς σας ακούγεται το λουβί ως πρώτο πιάτο ή ως συνοδευτικό ενός κρέατος ή ενός ψαριού. Είτε από μόνο του είτε με κολοκυθάκια είτε πιθανώς με κάτι άλλο ταιριαστό; Δεν ξέρω, είναι πολύ χωριάτικο; Μήπως θα προσβληθούμε, μήπως θα ήταν πιο κομψό και γκουρμέ να προτιμήσουμε σπαράγγια από το Περού ή τη Χιλή; Τελικά, πιστεύω κι εγώ ο ίδιος, τώρα που το καλοσκέφτομαι και τα βάζω κάτω τα πράγματα, ότι δεν πάει τώρα λουβί φρέσκο με κολοκυθάκια σε ένα πεντάστερο, είναι κάπως χωριάτικο, βρε παιδάκι μου, πώς να το κάνουμε. Ενώ τα σπαράγγια Χιλής ακούγονται αλλιώς, όπως και να το δούμε. Και το μπλακ άνγκους, αλλιώς ακούγεται. Άλλο να γράψεις στο μενού «μπλακ άνγκους Αργεντινής» κι άλλο να γράψεις «κλέφτικο», είναι αλλιώς, πράγματι. |
|