πίσω | τύπωσε

Έγκλημα στα πρώην Κατσικάδικα



Εδώ, στο Κολωνάκι, υπήρχε κάποτε ένα μικρό κολωνάκι, που έθετε το όριο μέχρι το οποίο μπορούσαν τα πρόβατα να κατεβαίνουν για βοσκή. Βοσκότοπος ήταν η περιοχή, βλέπετε, Κατσικάδικα την έλεγαν μέχρι πριν από μερικές δεκαετίες οι ντόπιοι. Από το κολωνάκι, λοιπόν, που οριοθετούσε τη βοσκή, η ζηλευτή περιοχή πήρε το όνομά της.

Βρίσκομαι στη συμβολή των οδών Καψάλη και Ηροδότου και κοιτάω τη βιτρίνα μιας ντελικατέσεν, της οποίας το ξενικό όνομα ειλικρινώς δεν συγκράτησα. Η βιτρίνα με ελκύει να εισέλθω διά να λάβω γνώση της πραμάτειας του μαγαζιού. Πλησιάζω το μικρό ψυγείο με τα φρέσκα ζυμαρικά και πιάνω στα χέρια μου ένα καλαίσθητο πακέτο με ραβιόλι με μανιτάρια, τυρί και τρούφα, κοιτώντας τα συστατικά, καθώς δεν επιθυμώ να τρώω χημικά πρόσθετα και άλλα δηλητήρια, επιλέγοντας πάντοτε, κατά το δυνατόν, όσο πιο φυσικές τροφές μπορώ. Συστατικά στα ελληνικά δεν βλέπω, οπότε ρωτάω ένα ήσυχο παιδί, που βρισκόταν εκείνη την ώρα στο μαγαζί, γιατί να συμβαίνει αυτό, για να λάβω την απάντηση, την πολύ απλή απάντηση, ότι δεν έχουν συστατικά στα ελληνικά τα ραβιόλι τους, παρότι ο νόμος σαφώς το απαιτεί. Οι βαθμοί Κελσίου έξω έλιωναν σίδερα κι είχα ήδη αρκετά υψηλή θερμοκρασία σώματος, καθώς ο υδράργυρος στο αθηναϊκό κέντρο έδειχνε, για πρώτη φορά στα χρονικά, 45οC, οπότε είπα να δώσω στο εαυτό μου μια ευκαιρία να μην πάει από θερμοπληξία. Πήρα δύο πακέτα ραβιόλι των 230 γραμμαρίων έκαστο κι έκανα για το ράφι με τα ξηρά ζυμαρικά, τα οποία μου φάνηκαν επίσης ενδιαφέροντα. Κοιτάω καλά, τιμή δεν βλέπω. Πιάνω πέντε-δέκα πακέτα, τιμή δεν βλέπω. Όπως και τα ραβιόλι, που δεν είχαν επάνω τιμές, ούτε τα μακαρόνια διέθεταν. Φτου ξανά από την αρχή να ρωτάω πόσο κάνει αυτό και πόσο το άλλο κτλ. Θα μου πείτε: σιγά το πράγμα, πόσο πια να κάνουν ολίγα ραβιόλι και δυο-τρία κουτιά μακαρόνια; Τι κάθεσαι και ασχολείσαι και χαλάς τη ζαχαρένια σου; Ε, τα πρώτα τορτελίνι του κιλού, που ρώτησα, κάνανε 36 ευρώ, οπότε τα άφησα ευγενικά στη θέση τους, αντιλαμβάνεστε λοιπόν την ανάγκη μου να ξέρω τις τιμές των προϊόντων που πιθανώς θα αγόραζα. Αλλά, ρε παιδιά, ο νόμος απαιτεί την αναγραφή των τιμών στα υπό πώληση προϊόντα, δεν αφήνει αυτή τη λεπτομέρεια στη διακριτική ευχέρεια του κάθε αδιάκριτου. Εκεί, λοιπόν, στη μη αναγραφή των τιμών επάνω, τα πήρα big-time, που λένε και οι Κολωνακιώτες! Κι άρχισα το κήρυγμα και την ψυχανάλυση των εκεί νεόπλουτων, που πήραν τη θέση των παλαιών ευγενών κι επειδή έβαλαν πέντε-δέκα δεκάρες στην τσέπη το παίζουν αδιάφοροι για τις τιμές των προϊόντων που αγοράζουν, το παίζουν άνετοι να ψωνίζουν, οι ψωνισμένοι, ό,τι γουστάρουν, χωρίς να ενοχλούνται που κάποιοι μαγαζάτορες, όχι όλοι βεβαίως, συμμετέχουν σε αυτό το αποκρουστικό παιγνιδάκι, πωλώντας αβέρτα τρέλα. Έμεινε και με έβλεπε ο μικρός από την ντελικατέσεν όταν τον ρώτησα γιατί παραβιάζουν τον νόμο τόσο απροκάλυπτα και γιατί το παίζουν τόσο «κουλ»! Φαίνεται δεν βρέθηκε κάποιος άλλος να τους κάνει έστω μια μικρή παρατήρηση για την παραβατική και άκομψη αυτή συμπεριφορά τους, όχι τυχαία, βλέπετε, καθώς το να μιλάς για τιμές στο άντρο των νεόπλουτων, με τα καγιέν και το ακάλτσωτο στιλ, είναι τουλάχιστον μπανάλ. Το Κολωνάκι κύριοι δεν σηκώνει πολλά-πολλά, δεν είναι για να συζητάς τιμές και τα όμοια, άμα βαστάς πας, άμα δεν βαστάς παράδες του βάρους σου, δεν πας. Τόσο απλά!

Θα αναρωτηθείτε γιατί τα γράφω όλα αυτά, πάλι. Τα γράφω για να αναδείξω μία διαχρονική παθογένειά μας: δεν μιλάμε. Δεν σχολιάζουμε, δεν διαμαρτυρόμαστε ως καταναλωτές, δεν ενεργούμε ως πολίτες, ουσιαστικώς οι πιο πολλοί από εμάς δεν υπάρχουμε. Απλώς περιφερόμαστε ασκόπως εις την κοινωνία και επιτρέπουμε στον πάσα ένα να κάνει παιγνίδι στην από καιρό κυρτωμένη καμπούρα μας. Αλλά, έτσι, θα το κάψουμε το πελεκούδι. Μα τι λέω, ήδη το έχουμε κάψει!

© Copyright - Cyprus Wine Pages, Γιάννος Κωνσταντίνου
Σχεδιασμός & Ανάπτυξη: Crucial Services Ltd

πίσω | τύπωσε