|
Από Ανατολή ώς Δύση
Άφησα για λίγο στην άκρη το 10 το καλό κι έπιασα το εξάρι (αν ήταν του Τζόκερ, θα ’ταν ακόμη καλύτερα!). Το κρασί, λοιπόν, με τον κωδικό που τελείωνε σε έξι, ήταν σαφέστατα πιο λεπτό και φίνο, πιο βοτανικό και «πράσινο», πιο λεμονάτο αρωματικά και γευστικά, έφερνε κάτι από Sauvignon Blanc. Δεν είχε την τροπική αίσθηση του προηγούμενου ούτε τη γευστική μεστότητα και το πάχος, είχε όμως μια επίμονη και λεπτή διάθεση γιομάτη λεμόνια και κίτρα, που έκοβε σαν μαχαίρι.
Το εκπληκτικό με τα δύο αυτά Ξυνιστέρια είναι ότι προέρχονται από τον ίδιο ακριβώς αμπελώνα του οινοποιείου Κυπερούντας, σε ένα υψόμετρο, όπως ήδη είπα, στα 1200 μέτρα. Και τα δύο οινοποιήθηκαν με την ίδια ακριβώς μέθοδο, και τα δύο ωρίμασαν ακριβώς με τον ίδιο τρόπο, και τα δύο εμφιαλώθηκαν το ίδιο ακριβώς διάστημα. Παρά ταύτα, όμως, στα κρασιά διακρίνει κανείς σαφείς, καίριες και εύκολα ψηλαφητές οργανοληπτικές διαφορές, οι οποίες οφείλονται σε έναν και μόνο παράγοντα, στον παράγοντα «προσανατολισμός», καθώς το κρασί με τον κωδικό 10 οινοποιήθηκε αποκλειστικά από τα αμπέλια με δυτικό προσανατολισμό, που δέχονται τον πιο δυνατό και «τραχύ» ήλιο του απογεύματος, ενώ το κρασί με τον κωδικό 6 οινοποιήθηκε αποκλειστικά από τα σταφύλια των αμπελώνων με ανατολικό προσανατολισμό, που δέχονται τον πιο ήπιο ήλιο του πρωινού.
Δεν υπάρχει πιο ξεκάθαρος, πιο ανάγλυφος τρόπος να συνειδητοποιήσει κανείς την τρομερή διαφορά, που μπορεί να έχει για τα σταφύλια το οινοπέδιο από το οποίο προέρχονται και οι ιδιαίτερες κλιματολογικές και άλλες συνθήκες που έχουν να κάνουν με αυτό. Αυτό που οι Γάλλοι καλούν «terroir», το οικοσύστημα, είναι που καθορίζει τον χαρακτήρα, αλλά και το μέλλον ενός κρασιού, βεβαίως, και την τιμή του εν πολλοίς.
Η προσπάθεια του οινοποιείου Κυπερούντας να αναδείξει την κορυφαία λευκή γηγενή ποικιλία της Κύπρου τιμά την ίδια την ποικιλία, τιμά το οινοποιείο και τους ανθρώπους του, τιμά στο σύνολό του το νησί μας. Τέτοιες προσπάθειες είναι όχι απλώς επιβεβλημένες, αλλά ενδεικτικές της βούλησής μας να δούμε την αμπελοκαλλιέργεια και τη συνακόλουθη οινοποίηση σε ένα πλαίσιο, που ξεφεύγει από τον συνήθη κυπριακό ερασιτεχνισμό και κινείται εγγύτερα στη μακρόπνοη στρατηγική και το όραμα. |
|