|
Περί φιλέτων, αλλαντικών κι άλλων τινών
Ας πάμε τώρα στα αλλαντικά. Είναι της μόδας, όλοι το ξέρουμε, τα προσούτο της Ιταλίας, με ολίγα λόγια, το ιταλικό χοιρομέρι. Το βρίσκουμε πλέον παντού. Στις υπεραγορές όλες, στα πολύ της μοδός μπαρ κρασιού, στις όπου γης ντελικατέσεν, ακόμη και στα συνοικιακά μπακάλικα. Έχουμε πια παντού πολλές επιλογές από προσούτο, θέλεις Prosciutto di Parma, Prosciutto di San Daniele, Prosciutto di Modena, Prosciutto Toscano, τι ζητεί η ψυχή σου; Κομμένο σε λεπτές, σχεδόν διάφανες, φέτες, το προσούτο αναβαπτίζει γαστρονομικά τους καλοφαγάδες της νήσου, τους προσφέρει στιγμές ανεπανάληπτης ευφορίας, τους κάνει ίσως να αισθάνονται ότι έχουν στο πιάτο τους τον μόσχο τον σιτευτό. Εν τω μεταξύ, πλάι μας υπάρχει το κυπριακό χοιρομέρι και η ντόπια λούντζα. Τους δώσαμε την ευκαιρία να σταθούν με αξιώσεις στο τραπέζι μας, συνοδεύοντας κάποιο καλό κόκκινο; Θα σας πω κάτι κι ας ακουστώ αστείος. Θεωρώ τη λούντζα από τα μικρά αλλαντοποιεία της χώρας, όπως, για παράδειγμα, ο Καυκαλιάς και το Δασκάλου στον Αγρό, αλλά και το Δύμες στο ομώνυμο χωριό, το καλύτερο αλλαντικό που υπάρχει στον πλανήτη. Αυτές οι λούντζες προέρχονται από επιλεγμένα χοιρινά φιλέτα, είναι «ποτισμένες» με καλό κρασί κι όχι με ό,τι προκύψει, καπνισμένες όπως και όσο πρέπει και, πάνω απ’ όλα, δεν περιέχουν κανένα απολύτως συντηρητικό, δηλαδή, χημικό πρόσθετο (νιτρώδη και άλλα επιτρεπόμενα δηλητήρια). Είναι αγνές, αθώες ως τρόφιμο, μη βεβαρημένες, μη παχυντικές, φίνες και πανέμορφες με το κρασί. Κομμένες σε λεπτές φέτες κι όχι χοντροκομμένες σε αυτά τα άθλια νάιλον που τις σακουλιάζουν ακόμα και οι ίδιοι οι παραγωγοί τους, αποτελούν τον ανθό της παγκόσμιας αλλαντοποιίας. Είναι σαφώς καλύτερες από τα προσούτο της κυπριακής αγοράς, φανερά νοστιμότερες και πολύ λιγότερο λιπαρές, ενώ ταυτόχρονα αποτελούν γέννημα του τόπου μας, ενός τόπου με αμέτρητες δυνατότητες και ακαταμέτρητη ξενομανία. Θα σπάσουν πλάκα μαζί μου οι φίλοι των ιταλικών και ισπανικών αλλαντικών, ίσως και οι φίλοι των γερμανικών λουκάνικων, τα οποία προσωπικώς μπορώ να καταναλώσω μόνο σε περιόδους απόλυτης λιμοκτονίας, αλλά, τι να κάνουμε, υπάρχουν και οι ακατέργαστοι ουρανίσκοι, ωσάν τον δικό μου, οι αμαθείς και οι επίμονα εθνικιστές, που προτιμούν άλλα πράγματα. Τώρα που είπα λουκάνικα, υπάρχει αλήθεια ανώτερο λουκάνικο από το κυπριακό; Δοκίμασα τις προάλλες λουκάνικα του Καυκαλιά κι έμεινα ξερός. Μπόλικο κρέας καλής ποιότητας, ολίγον μόνο λίπος, μυρωδάτο κρασί, σχίνος από τα βουνά της Πιτσιλιάς, το τρως και δοξάζεις τον Πλάστη.
Είμαι ο πρώτος που αναδεικνύει τα απροσμέτρητα κουσούρια του τόπου ετούτου. Που δεν διστάζει να ψέξει πρόσωπα και καταστάσεις, αλλά τα καλά μας οφείλουμε να τα επισημαίνουμε και να τα φέρνουμε στο προσκήνιο, γιατί αλλιώς καταντούμε μεμψίμοιροι, γκρινιάρηδες και μηδενιστές, άνθρωποι, δηλαδή, επιζήμιοι για τον τόπο κι όσα αυτός εξακολουθεί να πρεσβεύει. |
|