|
Wine bars, μόδα σε αποδόμηση
Τέλος πάντων, να μην τα πολυλογούμε, ήρθαν και τα φαγητά, πέντε-έξι πιάτα στον αριθμό, τα δοκιμάσαμε, ήπιαμε και τη Νάουσά μας και είπαμε να την κάνουμε μια ώρα αρχύτερα μπας και δούμε… μαύρη νύχτα, μιας και οι νύχτες μας στην Αθήνα τρεις ήταν όλες κι όλες. Εν τω μεταξύ, λέω στη φίλτατη σύζυγό μου, που είχε την περίλαμπρη ιδέα να μας τραβολογάει στα μοδάτα τα μέρη: «πλήρωσε τον λογαριασμό, γιατί, τώρα που το σκέφτομαι, μόνο όταν πληρώνει κανείς μαθαίνει»! Ε τον πλήρωσε η κακομοίρα, τι να κάνει κι αυτή, απλώς θα ψώνιζε ένα-δυο πραγματάκια λιγότερα.
Αστεία-αστεία, αλλά η τελευταία αυτή επίσκεψή μου στα μπαρ του οίνου ήταν ιδιαιτέρως επωφελής, καθώς κατάφερα να εξαγάγω μερικά πολύ χρήσιμα συμπεράσματα. Συμπέρασμα πρώτο: στα wine bars δεν πας για να δειπνήσεις, καθώς καλό φαγητό που να σε ικανοποιεί και να σε χορταίνει σπάνια βρίσκεις. Όλο κάτι μεζεδάκια κάνουν τα μαγαζιά αυτά, κάτι τυράκια κι αλλαντικά, κάτι απ’ εδώ κι απ’ εκεί, δεν είναι για να χορτάσει ο άνθρωπος, πώς να το κάνουμε. Δεν λέω, υπάρχουν και λίγες, πολύ λίγες έως ελάχιστες εξαιρέσεις, αλλά είναι μόνο εξαιρέσεις και τίποτ’ άλλο. Συμπέρασμα δεύτερο: τα wine bars γίνανε της μόδας, οπότε, κάθε πονεμένος, κάθε απόστρατος πάει κι ανοίγει ένα, χωρίς να έχει κουλτούρα κρασιού, χωρίς να διαθέτει μια, έστω στοιχειώδη, οινική, κι όχι μόνο, παιδεία, χωρίς να έχει ψάξει αυτόν τον τόσο όμορφο και τόσο πολυσχιδή κόσμο του οίνου και της αμπέλου. Είναι της μόδας, όπως στον καιρό μας ήταν στα φόρτε τους οι δισκοθήκες κι έπειτα τα μπαράκια κι ύστερα τα εναλλακτικά καφενεία και πάει λέγοντας. Σήμερα έχουν πέραση τα wine bars, αυτά ελκύουν το σημερινό κοινό, δεν ανοίγουμε ένα κι ό,τι κάτσει; Ε δεν γίνεται όμως έτσι, φίλε μου. Δεν είναι το κρασί μόστρα να παίξουμε ολίγον μέχρι να βρούμε το επόμενο πρότζεκτ, δεν μπορεί να πορεύεται κατ’ αυτόν τον τρόπο κανείς σήμερα και να περιμένει ότι θα πείσει. Γιατί, το πρώτιστο είναι να μπορεί κανείς να πείσει, να βεβαιώσει τον επισκέπτη ότι ξέρει τι κάνει, γιατί το κάνει και πώς το κάνει. Όλα τα άλλα είναι ψευδομοντερνισμοί και κακώς νοούμενη παρακολούθηση της αγοράς και των όποιων επιταγών της. |
|