|
Τα σημαντικά άσημα
Σπουδαίο το Ασύρτικο, δεν λέω, εξαιρετική και ιδιαίτερη η Μαλαγουζιά, καμία ένσταση, τι γίνεται όμως με εκείνα τα πιο άσημα σταφύλια της ελληνικής γης, που είναι μάλιστα σε θέση, λόγω και της εκτεταμένης τους φύτευσης, να υποστηρίξουν μιαν ευρύτερης κλίμακας οινοπαραγωγή χαμηλότερου, σε σχέση με το Ασύρτικο, κόστους; Τι γίνεται, για παράδειγμα, με το Σαββατιανό ή με τον Ροδίτη; Το Σαββατιανό, την πιο πολυφυτεμένη ποικιλία του ελληνικού αμπελώνα, η οποία καλύπτει το ένα έκτο περίπου των συνολικών φυτεύσεων στη χώρα. Με εκατόν χιλιάδες στρέμματα να βρίσκονται αυτή τη στιγμή στη ζωή, το Σαββατιανό δεν μπορεί να θεωρείται ο κομπάρσος της ελλαδικής οινοποιίας, τη στιγμή που υπάρχει ένα ποικιλιακό της κλάσης του Παπαγιαννακού, το οποίο έχει περίτρανα αποδείξει ότι μπορεί να παλαιώσει, υπό προϋποθέσεις, πέραν της δεκαετίας. Αφήνω στην άκρη το προερχόμενο από έναν και μόνο αμπελώνα Σαββατιανό του Παπαγιαννάκου, ονόματι Βιέντζι, που προσφάτως δοκίμασα και βρήκα ότι πρόκειται για ένα σπουδαίο λευκό διεθνούς κλάσης, σε τιμή αστεία, εάν κανείς το συγκρίνει με τα ίσης ποιότητας και ικανότητας παλαίωσης λευκά άλλων οινοπαραγωγών περιοχών της γης.
Αν στον όλο συλλογισμό μας συνυπολογίσουμε και τον Ροδίτη, δηλαδή, Σαββατιανό και Ροδίτης μαζί, τότε το ποσοστό φυτεύσεων των δύο τοπικών ποικιλιών της Ελλάδας ανέρχεται στο ένα τρίτο του συνολικού, γεγονός από μόνο του εντυπωσιακό, που οδηγεί στο ασφαλές συμπέρασμα ότι τέτοιας έκτασης αμπελώνες δεν μπορούν να μένουν, υπό καμία συνθήκη και για κανέναν λόγο, ανεκμετάλλευτοι. Ωστόσο, απαιτούνται κάποιες σημαντικές προϋποθέσεις, προκειμένου να καταστούν τα δύο αυτά, και μαζί τους κάποια ακόμη, άσημα μάλλον σταφύλια πρωταγωνιστές του οινοποιητικού γίγνεσθαι της χώρας. Προϋπόθεση πρώτη: να πιστέψουν οι παραγωγοί σε αυτά. Να πάψουν να τα θεωρούν δεύτερες ποικιλίες, σταφύλια που δεν μπορούν να πιάσουν λεφτά, που είναι ευοξείδωτα και προβληματικά και να αρχίσουν να τα δουλεύουν με πίστη στις δυνατότητές τους, λαμβάνοντας σοβαρά υπόψη ότι αυτές οι ντόπιες ποικιλίες είναι εγκλιματισμένες στην ελλαδική γη και τις εν Ελλάδι καιρικές συνθήκες όσο καμία άλλη ξενική, έστω κι αν αυτή ακούει στο όνομα Chardonnay ή Sauvignon Blanc. Να κοιτάξουν γύρω τους και να γευτούν τα κρασιά των λίγων οινοποιών που τόλμησαν να δουλέψουν σωστά τις ποικιλίες και να δώσουν αξιοθαύμαστα αποτελέσματα, στα οποία ουδείς πίστευε πριν από μια περίπου δεκαετία. Προϋπόθεση δεύτερη: υψόμετρο και στρεμματικές αποδόσεις. Το Σαββατιανό της υπερπαραγωγής στον κάμπο των Μεσογείων και ο Ροδίτης από τα χαμηλά σε υψόμετρο αμπελοτόπια δεν μπορούν να αποτελέσουν ούτε παράδειγμα ούτε μοντέλο προς μίμηση. Μπορούν όμως να το κάνουν τα λευκά που παράγονται από αμπελώνες χαμηλής στρεμματικής απόδοσης, στην περίπτωση του Σαββατιανού, και μεγάλου υψομέτρου, στην περίπτωση του Ροδίτη. Επί παραδείγματι, ο ορεινός Ροδίτης του Τετράμυθου ή το εξαιρετικό ως προς τη σχέση ποιότητας-τιμής Ασπρολίθι του Ρούβαλη ή τα Σαββατιανά του Παπαγιαννάκου, για τα οποία ήδη μίλησα, μπορούν να δώσουν μία σαφή ένδειξη για τις πραγματικές δυνατότητες δύο γηγενών ποικιλιών που ενώ καλλιεργούνται σε μεγάλη, για τα ελλαδικά δεδομένα, κλίμακα παραμένουν στη βαριά σκιά τόσο των πιο προβεβλημένων τοπικών κρασοστάφυλων όσο και των ξενικών ποικιλιών. Ο ελλαδικός αμπελώνας, όμως, δεν μπορεί να συνεχίσει να πορεύεται μόνο με το Ασύρτικο, τη Μαλαγουζιά και το Ξινόμαυρο, γιατί πολύ σύντομα θα επέλθει ο κορεσμός, ένεκα της αδυναμίας να παραχθεί τόσο κρασί όσο η διεθνής αγορά απαιτεί. |
|