πίσω | τύπωσε

Ας μείνει Μαύρο!



Τις τελευταίες δύο βδομάδες αισθάνθηκα την ανάγκη να ασχοληθώ και πάλι με το Μαύρο, την τοπική μας ποικιλία που έχει κρατηθεί μακριά από τα φώτα της οινικής δημοσιότητας επί σειρά ετών, αν όχι δεκαετιών. Τα όσα κατέθεσα γραπτώς από αυτό το βήμα δεν άρεσαν, ως φαίνεται, σε κάποιους ανθρώπους του χώρου. Ίσως μερικοί αντίκρισαν τα γραφόμενά μου ως προσπάθεια επίδειξης πνεύματος ή ως μία απόπειρα να παραστήσω, για ακόμη μία φορά, τον δάσκαλο. Ίσως δεν γνωρίζουν, βεβαίως, ότι η μοναδική ιδιότητά μου την οποία δεν πολυδιαφημίζω είναι αυτή του δασκάλου, καθότι, πλέον, στα μάτια της ωριμοτάτης κοινωνίας μας δάσκαλος ίσον «μισταρκός». Παρότι, λοιπόν, το κουσούρι της δασκαλικής το κουβαλάω στις πλάτες μου, θεωρώ σκόπιμο να διαβεβαιώσω τους αγαπητούς φίλους ότι καμία διάθεση για εκτός του σχολικού χρόνου διδασκαλία δεν έχω. Θαυμάζω, μάλιστα, όλους εκείνους τους συναδέλφους που έχουν το ψυχικό και σωματικό σθένος να συνεχίσουν να διδάσκουν και κατά τις απογευματινές ώρες παρά, αντ’ αυτού, να ασχοληθούν με κάτι λιγότερο επώδυνο διά τα ανθρώπινα νεύρα, όπως, λόγου χάρη, το κρασί ή η γαστρονομία ή, τέλος πάντων, κάτι πιο χαλαρωτικό. Όλα αυτά τα λέω, βεβαίως, για έναν και μοναδικό λόγο, για να επισημάνω ότι κάποια στιγμή σε αυτή την κώχη της γης θα πρέπει να σταματήσουμε να θεωρούμε την εκφορά άποψης, και δη τεκμηριωμένης, ως προσπάθεια επίδειξης πνεύματος ή ως καθ’ έδρας διδασκαλία. Λέει κάτι κάποιος, γράφει κάποια άποψη, την εξετάζουμε πρώτα νηφάλια, ψύχραιμα, κοιτάμε να δούμε εάν η άποψη αυτή κομίζει κάτι ουσιαστικό, που να συμβάλλει έστω και στον ελάχιστο βαθμό στην εξέλιξη του πεδίου με το οποίο ασχολείται, εν προκειμένω, το αμπέλι και το παράγωγό του, το κρασί, και έπειτα αρχίζουμε τις κρίσεις και τις γκρίνιες.  

Επιθυμώ, λοιπόν, σήμερα, τρίτη στη σειρά Κυριακή με την οποία καταπιάνομαι με το Μαύρο, να σημειώσω το εξής: ουδέποτε είπα ή έγραψα ότι το Μαύρο ή Μαύρο ντόπιο ή Μαύρο αμπελίσιμο ή Μαύρο και «γέριμο», όπως θέλετε αποκαλέστε το, είναι σπουδαία ποικιλία. Ουδέποτε! Είπα, όμως, και κατ’ επανάληψη έγραψα, δύο πολύ σημαντικά, κατά τη γνώμη μου, πράγματα.

Πρώτον, ότι, κατά την άποψή μου, δεν υπάρχουν κακές ποικιλίες οιναμπέλου κι ότι όλα τα κρασοστάφυλα μπορούν, υπό σαφείς προϋποθέσεις, να δώσουν, αν όχι γεμάτα και πυκνά και πολύπλοκα και δεκτικά παλαίωσης κρασιά, αξιόλογους και ιδιοσυγκρασιακούς, διαφορετικούς, τέλος πάντων, οίνους, που θα ζητήσει να δοκιμάσει κάθε οινόφιλος, ο οποίος έχει κουραστεί από τα τετριμμένα και επιζητεί το ιδιαίτερο.

Δεύτερον, ότι δεν έχουμε ασχοληθεί με τη γηγενή μας ποικιλία σε βαθμό τέτοιο, ο οποίος να μας επιτρέπει να εξαγάγουμε ασφαλή συμπεράσματα, τόσο ως προς τον τύπο των κρασιών που το Μαύρο είναι σε θέση να δώσει όσο και ως προς την εν γένει ποιότητα των οίνων αυτών. Δεν έχουμε, δηλαδή, ασχοληθεί επισταμένα με το Μαύρο, κυρίως σε επίπεδο αμπελώνα, για να είμαστε σε θέση να πούμε με σιγουριά  ότι δεν είναι μία ποικιλία για την οποία θα πρέπει να ξοδέψουμε χρόνο και φαιά ουσία. Αν είχαμε επιλέξει τα καλύτερα αμπελοτόπια της ποικιλίας, σε μεγάλο υψόμετρο και με μεγάλης ηλικίας κλήματα κι αν αυτά τα αμπελοτόπια τα είχαμε καλλιεργήσει ως έπρεπε, με σκοπό την παραγωγή λιγοστού σταφυλικού φορτίου που να μην υπερβαίνει τα 500 με 600 κιλά το στρέμμα, κι αν στο οινοποιείο μέσα κάναμε μια και δυο και τρεις και δέκα απόπειρες να οινοποιήσουμε τα σταφύλια αυτά με τον έναν ή τον άλλο τρόπο και, μετά από όλες αυτές τις προσπάθειες, βλέπαμε τα αποτελέσματα να είναι πενιχρά ή, έστω, μέτρια, τότε, ναι, να πούμε ότι αυτό το σταφύλι δεν μας κάνει κι ας το αφήσουμε στην άκρη. Αλλά, αυτό δεν έγινε από κανέναν στον βαθμό που θα έπρεπε. Κάποια οινοποιεία, για να είμαι δίκαιος, το έχουν κάνει σε έναν βαθμό. Για παράδειγμα, ο Τσιάκκας, συγκεκριμένα ο υιός Ορέστης Τσιάκκας, που έχει επιστρέψει από τις σπουδές Οινολογίας στη Γαλλία κι έχει ριχτεί στη μάχη της οινοποίησης, έχει δοκιμάσει σε μια πρώτη απόπειρα να χρησιμοποιήσει σταφύλια από αμπελώνες ηλικίας 60 και πλέον ετών και να φτιάξει ένα κρασί αποκλειστικά από την ποικιλία Μαύρο. Ζήτησα και το έχω δοκιμάσει. Δεν έχουν ακόμη περατωθεί όλες οι οινολογικές διαδικασίες, έχω όμως δοκιμάσει ένα αφιλτράριστο δείγμα του κρασιού, το οποίο ουδόλως αδιάφορο είναι. Ο Δανιήλ Αναστάση από τον Φαρμακά, όπου υπάρχουν μερικά συγκλονιστικά αμπέλια της ποικιλίας, κάποια από τα οποία φθάνουν σε ηλικία τα 100 και πλέον έτη, οινοποιεί εδώ και δυο-τρία χρόνια το κρασί ονόματι Δανιήλ, στο οποίο κυρίαρχη ποικιλία είναι το Μαύρο, και μπορώ να πω ότι δεν είναι καθόλου άσχημο. Παράγει, επίσης, ένα λευκό από το Μαύρο, το οποίο είναι πολύ καλό. Μέχρι πρότινος ο Άγιος Φώτιος του Κολιού στον Στατό-Άγιο Φώτιο περιελάμβανε στο χαρμάνι ένα σημαντικό ποσοστό από Μαύρο, ενώ το υπόλοιπο συμπληρωνόταν από την ποικιλία Μαραθεύτικο. Το αποτέλεσμα ήταν καθόλα συμπαθές. Ο Χρήστος Βασιλειάδης στα Χανδριά φτιάχνει ένα πολύ καλό ροζέ αποκλειστικά από την ποικιλία Μαύρο. Τα λίγα αυτά δείγματα γραφής δεν μπορώ παρά να τα χαρακτηρίσω ενθαρρυντικά και ενδεικτικά του πού μπορεί να πάει η γηγενής μας ποικιλία. Αρκεί αυτές οι σποραδικές προσπάθειες να γίνουν πιο συστηματικές και να αποκτήσουν στρατηγικό παρά ευκαιριακό χαρακτήρα.

© Copyright - Cyprus Wine Pages, Γιάννος Κωνσταντίνου
Σχεδιασμός & Ανάπτυξη: Crucial Services Ltd

πίσω | τύπωσε