|
Προς επίδοξους οινοποιούς
Αν η δημιουργία αμπελώνα σε μια ευρωπαϊκή ή άλλη χώρα είναι πόνος και κάματος μεγάλος, στην Κύπρο, για σωρεία λόγων, είναι πόνος και κάματος βαρύς κι ασήκωτος, σταυρός ολόκληρος. Κι αυτό καλό είναι να το γνωρίζουν όσοι, λαβωμένοι από τα βέλη του οίνου, κινούν να δημιουργήσουν τη δική τους αμπελοοινική εκμετάλλευση. Είναι, λοιπόν, σταυρός και δρόμος δύσβατος, γιατί γης δεν υπάρχει. Ή, μάλλον, υπάρχει, μα αποκτάται και δαμάζεται πολύ δύσκολα. Στον τόπο μας η ζέστη και η ξηρασία συνεχώς εντείνονται, έρημος θα γίνουμε όπως όλα δείχνουν. Για αμπέλι λοιπόν σε υψόμετρο χαμηλότερο των 1000 μέτρων ούτε λόγος να γίνεται. Για να αντιμετωπιστεί η διαρκώς αυξανόμενη ζέστη και η συνεχώς εντεινόμενη ξηρασία, θα πρέπει οι μελλοντικοί αμπελώνες μας να είναι ψηλά σκαρφαλωμένοι, όσο υψηλότερα γίνεται, στα 1200, στα 1300, στα 1400 μέτρα, για να είναι σε θέση όχι απλώς να επιζήσουν, όπως οι αμπελώνες των χαμηλότερων περιοχών, αλλά να αποδώσουν σταφύλι άριστης ποιότητας, ικανό να χαρίσει κρασιά με φινέτσα, βάθος, φρούτο και πολυπλοκότητα. Κι αν σε κάποιους αυτά τα υψόμετρα φαντάζουν μεγάλα, τουλάχιστον για μερικές πιο όψιμες ποικιλίες, ας κοιτάξουν τι λένε οι επιστήμονες για την επερχόμενη κλιματική αλλαγή, η οποία, στην κορύφωσή της, θα καταστήσει ουσιαστικά μη κατοικήσιμες πολλές περιοχές της Μέσης Ανατολής και της Βορείου Αφρικής και οριακά κατοικήσιμη την πεδινή Κύπρο. Το αμπέλι δεν είναι μία δουλειά του σήμερα ή του εγγύς αύριο. Είναι δουλειά που απαιτεί χρόνο, χρόνια πολλά, δεκαετίες ολόκληρες για να αποδώσει τα βέλτιστα, δεν το φυτεύουμε σήμερα για να πιάσουμε την καλή σε κάνα-δυο χρόνια, δεν είναι μετοχή στο χρηματιστήριο, ούτε Τζόκερ και Λόττο, είναι έργο της υπομονής, γι’ αυτό, όταν το φυτεύουμε θα πρέπει να βλέπουμε τουλάχιστον 50 χρόνια μακριά. Θα μου πείτε: «ποιος βλέπει τόσο μακριά στη μυωπική Κύπρο»; Ε, λοιπόν, δεν υπάρχει άλλη επιλογή εκτός από το να διορθώσουμε τη μυωπία μας. Σήμερα, βλέπετε, υπάρχουν και τα λέιζερ.
Πού να το βρεις όμως το αμπέλι σε τέτοια υψόμετρα, με τα μυαλά που διαθέτουν οι Κύπριοι; Θα σας πω ένα παράδειγμα: Έχω στην Πιτσιλιά κληρονομιά κάνα-δυο σκάλες αμπέλι, που ούτε ξέρω πού βρίσκεται. Στη Μαδαρή από κάτω, άριστη τοποθεσία για αμπελώνα. Εκεί είναι ζώνη προστασίας, που για να κτίσεις γεωργική αποθήκη θα πρέπει να έχεις μπάρμπα στην Κορώνη, που λέει και ο λαός. Σκέφτηκα λοιπόν να το χαρίσω σ’ έναν καλό φίλο που θέλει να φτιάξει ένα μικρό οινοποιείο. Δίπλα ακριβώς έχει ένα ελαφρώς μεγαλύτερο, εδώ και χρόνια εγκαταλειμμένο αμπέλι ένας συγγενής. Τον ρωτώ εάν το πουλάει για να ενημερώσω τον φίλο μου, επίδοξο οινοποιό, και μου λέει ότι θέλει για δύο περίπου σκάλες ξεχασμένης γης, αποκομμένης από τα πάντα, στο όρος της Μαδαρής, 25 χιλιάρικα! Του προτείνω λοιπόν με ψυχραιμία να αγοράσει το δικό μου για πέντε χιλιάρικα, αφού εκτιμάει τόσο ψηλά την αξία της κληρονομιάς μας. Μου απαντάει πως δεν ενδιαφέρεται. Του αντιπροτείνω να το πάρει για ένα ψωροχιλιάρικο και μου ξαναλέει πως δεν ενδιαφέρεται να αγοράσει! Αυτός είναι ο Κύπριος, αγαπητοί αναγνώστες! Κουτοπόνηρος, κομπλεξικός, ανεπίδεκτος προόδου. Πώς να κάνει κάποιος λοιπόν οινοποιείο με τέτοιες νοοτροπίες, που πας να γυρέψεις από τον πάσα ένα να σου πωλήσει το παλιοχώραφό του και σου ζητάει λαγούς και πετραχήλια;
Για όλα αυτά όμως δεν φταίει κανείς άλλος, παρά μόνο το κυπριακό κράτος. Που δεν χαρακτηρίζει γεωργικές ή, ακόμη καλύτερα, αμπελουργικές κάμποσες περιοχές της ορεινής Κύπρου, να μην μπορεί κανείς ούτε να κτίσει ούτε να χαλάσει. Θα γλυτώσουμε έτσι, πρώτον, κι από τις λογιών-λογιών πολεοδομικές ασχήμιες, που γιόμισαν τα υψώματα και τα όμορφα λαγκάδια μας με εξοχικά και βίλες απείρου κάλλους, όλα εννοείται χρεωμένα στις τράπεζες, και θα μπορέσουμε, δεύτερον, κάποια στιγμή να αναπτύξουμε και την κυπριακή αμπελουργία, αλλά και ολόκληρο τον γεωργικό κλάδο, που όλο λέμε ότι έχουμε αφήσει να περιπέσει σε κώμα κι όλο δεν κάνουμε και τίποτα για να τον συνεφέρουμε και να τον αναζωογονήσουμε. |
|