πίσω | τύπωσε

Ο επόμενος αστέρας



Η ποικιλία Ξινόμαυρο 

Υπάρχουν κρασιά που ομνύουμε στο όνομά τους. Κρασιά της κλάσης και του κύρους των Barolo, Brunello di Montalcino, Amarone, κρασιά από τους κορυφαίους οίκους του Μπορντό, της Βουργουνδίας και του Ροδανού. Κόκκινα κρασιά βαθιάς παλαίωσης, λαμπερής ανά την οικουμένη φήμης και, φυσικά, ανάλογης τιμής, η οποία συχνά-πυκνά είναι τόσο υψηλή που καθιστά την απόκτησή τους προνόμιο ολίγων εύπορων ανθρώπων. Ένα κορυφαίο Barolo, επί παραδείγματι, κοστίζει σήμερα μία ολόκληρη περιουσία. Διακόσια, τρακόσια και πλέον ευρώ τη φιάλη για τους πρωτοκλασάτους του Πιεμόντε, ποσά που σε όσους δεν πίνουν κρασί φαντάζουν εξωφρενικά, προκλητικά, έξω από κάθε πλαίσιο λογικής και σωστής συμπεριφοράς. Είναι πάντοτε επίκαιρο το ερώτημα του κατά πόσον ένας οίνος αυτής της τιμολογιακής στάθμης αξίζει πραγματικά τα λεφτά, που δαπανούνται για την απόκτησή του. Και είναι πάντοτε ανεξάντλητη η συζήτηση σχετικά με το πώς και με ποια κριτήρια αξιολογείται ως «εξαίρετο» ή ως «μεγάλο» ένα κρασί, οποθενδήποτε αυτό κι αν προέρχεται.

 

Όλα αυτά τα κεφαλαιώδη για το κρασί πράγματα πέρασαν πάλι από τη σκέψη μου προ ημερών, όταν, με μεγάλη ανυπομονησία και ενθουσιασμό, οφείλω να ομολογήσω, άνοιξα μία φιάλη ενός πανάκριβου Barolo από τη βορειοδυτική Ιταλία, η τιμή του οποίου υπερβαίνει τα 100 ευρώ στο ράφι. Για το εστιατόριο δε ούτε λόγος! Εκεί θα πρέπει πρώτα να δανειστείς ή να πάρεις από τις όποιες οικονομίες σου για να το ανοίξεις. Το εν λόγω Barolo, λοιπόν, (το όνομα του παραγωγού κρίνω πως δεν έχει σημασία, καθώς το φαινόμενο της υπερτιμολόγησης στα συγκεκριμένα κρασιά είναι καθολικό), ήταν ένα κόκκινο με αξιοπρόσεκτη φινέτσα, άριστης ποιότητας τανινικό δυναμικό, ανοιχτό χρώμα (χαρακτηριστικό της ποικιλίας), καλό φρούτο και μια γενικότερη ισορροπία και αρμονία. Πέρα από αυτά, δεν διέκρινα κάτι το εντυπωσιακά και ασυνήθιστα ξέχωρο. Δεν ένιωσα αυτή τη διαπεραστική μαγεία που θα δικαιολογούσε την τιμή πωλήσεως. Ήταν ένα εξαίρετο κόκκινο, αλλά ώς εκεί.

 

Ακριβώς την επομένη άνοιξα τη Ναουσαία, ένα Ξινόμαυρο από τον Φουντή. Η Ναουσαία στα δεκάξι ευρώ στο ράφι στην Κύπρο, καμωμένη από μια ερυθρή ποικιλία που τίποτα δεν έχει να ζηλέψει από το Nebbiolo, σταφύλι από το οποίο οινοποιούνται όλα τα Barolo. Καθώς έμαθα, πιστεύω, να βλέπω τα κρασιά όσο πιο ψυχρά γίνεται κατά την ώρα της γευστικής δοκιμής (και όσο πιο θερμά κατά την ώρα της κατανάλωσης με φίλους), «κουβέντιασα» για λίγο με τον εαυτό μου σταράτα και δεν άργησα να συνειδητοποιήσω ότι η Ναουσαία ήταν, αν όχι καλύτερη, σίγουρα ισάξια με το πολλαπλάσιας τιμής και φήμης Barolo. Χωρίς ίχνος υπερβολής, χωρίς καμία προσπάθεια μείωσης του ονομαστού Barolo, χωρίς καμία διάθεση υπερπροβολής του Ξινόμαυρου της Νάουσας, τολμώ να πω ότι οι καλές Νάουσες ελάχιστα έχουν να ζηλέψουν, εάν έχουν, από τα ανά την υφήλιο περιζήτητα κρασιά του Πιεμόντε. Και κάπου εδώ ξεκινάει η ευθύνη των οινογράφων, των σομελιέ και γενικά των ανθρώπων που ασχολούνται με την οινική επικοινωνία. Γιατί θα πρέπει όλοι εμείς να έχουμε τη γνώση και, βεβαίως, την τόλμη να πούμε «ναι» τα Barolo είναι μεγάλα κρασιά, είναι ονομαστά, είναι θαυμάσια, είναι περιζήτητα, αλλά ένα καλό Ξινόμαυρο σε τιμή ασυγκρίτως χαμηλότερη ίσως και να είναι καλύτερη επιλογή. Σήμερα είμαι αποφασισμένος να επιμείνω στην άποψή μου ότι το Ξινόμαυρο θα είναι το επόμενο μεγάλο γεγονός στον παγκόσμιο χάρτη του κρασιού, καθώς θα καταστεί, μαζί με το Ασύρτικο της Σαντορίνης, κρασί πολυπόθητο, ποιοτικώς ανωτάτης κλάσης, τιμολογιακώς προσιτό όσο κανένα ομοειδές του και ικανό παλαίωσης όσο ελάχιστοι ερυθροί ξηροί οίνοι στον πλανήτη.

 

Η Ναουσαία, το Κτήμα Φουντή, οι Νάουσες του Καρυδά, του Δαλαμάρα, του Κυρ-Γιάννη, του Θυμιόπουλου, του Διαμαντάκου, του Μαρκοβίτη, του Μελιτζανή, του Μπουτάρη είναι όλες κρασιά εξαίρετα για την τιμή τους και σίγουρα ανερχόμενα από κάθε άποψη. Είμαι απολύτως βέβαιος ότι μέσα στα επόμενα έτη τα μικρά οινοποιεία στη Νάουσα και στην ευρύτερη αμπελουργική περιοχή θα αυξηθούν και σιγά-σιγά θα καταστήσουν τη βόρειο Ελλάδα πόλο έλξης για οινικό τουρισμό. Οι δυνατότητες της ποικιλίας είναι πέρα από δεδομένες, η τεχνογνωσία σε επίπεδο οινοποίησης είναι πια στέρεα, το τοπίο υπέροχο και όχι μόνο αμπελουργικά, όλα συνηγορούν υπέρ της ανάπτυξης. Το πιστεύω και το εύχομαι, όχι μόνο για τη Νάουσα και το Ξινόμαυρο, μα και για τη Σαντορίνη που ήδη έχει βρει τον δρόμο. Υπάρχουν κι άλλες ενδιαφέρουσες και με δυναμικό ανάπτυξης αμπελοοινικές περιοχές της χώρας, καμία όμως «ερυθρή» σαν τη Νάουσα και καμία «λευκή» σαν τη Σαντορίνη. Αυτές οι δυο θα πρωτοστατήσουν, όλες οι άλλες φοβάμαι ότι θα έπονται.

© Copyright - Cyprus Wine Pages, Γιάννος Κωνσταντίνου
Σχεδιασμός & Ανάπτυξη: Crucial Services Ltd

πίσω | τύπωσε