πίσω | τύπωσε

Η δύναμη της στιγμής



Έθεσα πολλές φορές από τούτο το βήμα αρκετούς προβληματισμούς και απόψεις σχετικά με τη γευστική δοκιμή των οίνων. Είναι το θέμα, βεβαίως, μεγάλο και πολυσχιδές, μια και οι θέσεις ποικίλλουν. Είναι πολλοί αυτοί που υποστηρίζουν ότι η πλέον αξιόπιστη μέθοδος γευστικής δοκιμής και αξιολόγησης κρασιών είναι η λεγόμενη «τυφλή», αυτή, δηλαδή, που πραγματοποιείται χωρίς να γνωρίζει ο γευσιγνώστης την ταυτότητα του κρασιού. Έτσι, κατά όσους πιστεύουν στην «τυφλή» δοκιμή, διασφαλίζεται η αντικειμενικότητα της κρίσης, καθώς δεν επηρεάζεται ο δοκιμαστής από πιθανές συμπάθειες ή αντιπάθειες απέναντι στα κρασιά συγκεκριμένου παραγωγού ή συγκεκριμένης ποικιλίας και περιοχής προέλευσης. Εξήγησα στο παρελθόν τους λόγους για τους οποίους δεν πιστεύω στην «τυφλή» γευσιγνωσία, γι’ αυτό σήμερα θα αναφερθώ σ’ αυτούς μόνον επιγραμματικά. Κυριότερος, λοιπόν, λόγος είναι ότι μέσω της «τυφλής» γευστικής δοκιμής το πεδίο κρίσης συρρικνώνεται σε μία και μόνον στιγμή, στα ένα-δυο λεπτά που έχει κανείς στη διάθεσή του για να εκφέρει την ετυμηγορία του, ειδικά εάν η γευστική δοκιμή τελείται στο πλαίσιο κάποιου τοπικού ή διεθνούς διαγωνισμού. Αποκομμένος ο γευσιγνώστης από τις πλέον πολύτιμες, ως προς τον τελικό προσδιορισμό της ποιότητας, παραμέτρους του κρασιού, καλείται να αποφανθεί για την ποιότητά του. Χωρίς να γνωρίζει ο κριτής κάποια εξαιρετικής σημασίας στοιχεία για τον υπό κρίση οίνο, όπως, λόγου χάρη, η περιοχή προέλευσης, η ποικιλία οιναμπέλου, η εσοδεία κ.ά., καλείται να εκτιμήσει με βάση την εκατοντάβαθμη κλίμακα την ολική ποιότητα και το προφίλ του κρασιού.

 

Είναι σαν να καλείται να κρίνει κανείς, για παράδειγμα, τον Τσίπρα ως πρωθυπουργό της Ελλάδος, μόνο βλέποντάς τον στην τηλεόραση για μια στιγμή, χωρίς να μιλάει, απλώς να στέκει ποζάροντας σε μια «οικογενειακή» φωτογραφία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Να τον δει και, επειδή είναι φερ’ ειπείν όμορφος και νέος, να κρίνει ότι είναι κατάλληλος για τη θέση! Χωρίς να γνωρίζει τις πολιτικές καταβολές του (περιοχή προέλευσης, ποικιλία οιναμπέλου), την πορεία του τα τελευταία χρόνια (δυνατότητα εξέλιξης στον χρόνο), τις ανεφάρμοστες εν πολλοίς προεκλογικές εξαγγελίες του και άλλα πολλά που έχουν να κάνουν με τη συνολική εικόνα του. Πώς είναι δυνατόν να κρίνεις κάποιον βασιζόμενος στη φευγαλέα στιγμή και χωρίς να λαμβάνεις υπόψη όλες εκείνες τις σοβαρές παραμέτρους που καθορίζουν την όποια ποιότητα; Το ίδιο συμβαίνει και με το κρασί. Χωρίς ικανοποιητική, για να μην πως βαθιά, γνώση όλων ανεξαίρετα των παραμέτρων που συνθέτουν την προσωπικότητά του, η όποια κρίση δεν μπορεί παρά να θεωρείται ανεπαρκής, εν τέλει, επικίνδυνη για την οινική βιομηχανία, που σε πολλές περιπτώσεις τείνει να προτάσσει το επικοινωνιακό παρά το ουσιώδες.

 

Αφορμή για το σημερινό σημείωμα, οφείλω να ομολογήσω, αποτέλεσε η δοκιμή ενός τοπικού κόκκινου, του Cabernet Sauvignon 2011 του Σοφοκλή Βλασίδη. Είχα πρωτοδοκιμάσει αυτό το κόκκινο από το Κοιλάνι στις αρχές του περασμένου Μαΐου, πριν από δέκα περίπου μήνες. Προ ημερών το δοκίμασα ξανά, μένοντας έκπληκτος για την εξέλιξη που παρουσίασε σε λιγότερο από έναν χρόνο. Το κρασί έχει ανοίξει και σμιλευθεί αρωματικά και έχει μαλακώσει και ραφιναριστεί γευστικά, αποκτώντας ένα σαφώς ελκυστικότερο προφίλ. Ίσως η αξιολόγησή μου να μην είχε μεγάλη διαφορά, ως προς την αριθμητική αποτίμησή της, ανάμεσα στην πρώτη και στη δεύτερη δοκιμή (θα είχε μία μόνο μικρή ενδεχομένως αναβάθμιση), αυτό όμως που θα ήταν διαφορετικό κατά τη δεύτερη δοκιμή θα ήταν η περιγραφή που θα έκανα για τον εν λόγω οίνο και τα σχόλια που αυτή θα περιελάμβανε. Η περιγραφή, ωστόσο, ενός κρασιού σπανίως, για να μην πω ποτέ, λαμβάνεται τόσο σοβαρά υπόψη όσο ο βαθμός, οι λόγοι πιστεύω εύκολα μπορούν να γίνουν κατανοητοί.

 

Εκείνο όμως που πιο πολύ με προβλημάτισε, με αφορμή τη δοκιμή του κρασιού του Βλασίδη, ήταν και πάλι η ικανότητά μου να κρίνω αξιόπιστα κάποιο κρασί, έστω κι αν δοκιμάζω φανερά, λαμβάνοντας υπόψη όλα τα απαραίτητα στοιχεία που αφορούν τον εξεταζόμενο κάθε φορά οίνο. Κατέληξα, λοιπόν, έπειτα από αρκετό προβληματισμό, στο ότι ούτε η γνώση των οινικών παραμέτρων, που προανέφερα, δεν είναι επαρκής για να διασφαλίζει την αξιοπιστία της κρίσης μας, ακριβώς γιατί αυτή η κρίση δεν παύει να είναι στιγμιαία και ελλιπής. Ελλιπής και λειψή, γιατί δεν είναι σε θέση να γνωρίζει πώς εξελίσσεται με την πάροδο του χρόνου το κάθε κρασί, πώς και πότε θα δείξει την πραγματική του κλάση, πώς και πότε θα πιάσει το ποιοτικό του βέλτιστο. Αυτό ίσως μόνο ο ίδιος ο παραγωγός του κρασιού μπορεί να το υπολογίσει με μια σχετική ακρίβεια και μόνο υπό την απαράγραπτη προϋπόθεση ότι ο παραγωγός είναι και αληθινός γνώστης και πραγματικά αντικειμενικός ως προς την εικόνα που έχει για τα κρασιά του.

 

Καταληκτικά θα έλεγα ότι η κριτική και αξιολόγηση οίνων είναι και θα εξακολουθήσει να είναι ένα εξαιρετικά χρήσιμο και εποικοδομητικό εργαλείο για την οινική επικοινωνία και το εν γένει οινεμπόριο. Αυτή η κριτική όμως θα πρέπει, εν τέλει, να γίνεται έχοντας επίγνωση όλων των πραγματικοτήτων και δεδομένων που αφορούν στο κάθε κρασί ξεχωριστά, πράγμα δύσκολο και ιδιαίτερα απαιτητικό. Πάνω απ’ όλα, μια γευστική δοκιμή θα πρέπει να τελείται έχοντας κατά νου δύο πράγματα: πρώτον, ότι οφείλουμε να αποδίδουμε, μαζί με την αντικειμενικότητα και το θάρρος της γνώμης, το ανάλογο σέβας στον παραγωγό και, δεύτερον, να γνωρίζουμε ότι κάθε μέρα που περνά μαθαίνουμε για τη γευστική δοκιμή πράγματα που νομίζαμε ότι ξέραμε.

© Copyright - Cyprus Wine Pages, Γιάννος Κωνσταντίνου
Σχεδιασμός & Ανάπτυξη: Crucial Services Ltd

πίσω | τύπωσε